19 Αυγ 2008

Θεσσαλονίκη - Αθήνα ....

Στον κόσμο του! Στην καρακοσμάρα του ο τύπος!
Ήρθε μια μέρα, μεσημέρι πρέπει να ήτανε, και έπεσε στα πόδια της. Αγκάλιασε τα γόνατα της και της είπε πως θέλει να είναι καλά, εκείνη πρώτα. Πως θέλει εκείνη να χαμογελάει. Πως θα την περιμένει όσο χρειαστεί, μέχρι να αποφασίσει. Πως, μια μόνο φορά χρειάζεται να φωνάξει το όνομα του, όποτε κι αν είναι, όπου κι αν είναι και εκείνος θα έρθει να μοιράσει τη ζωή του στα δύο.

Το σκέφτηκε εκείνη, πήρε τον χρόνο που της έδωσε και έστρωσε τον δρόμο τους. Τον κοινό τους δρόμο. Ξεμπέρδεψε με τις εκκρεμότητες και τα λάθη και πήγε να του μιλήσει.

Και η απάντηση ακαθόριστη... Και ναι, αλλά ξέρεις, δεν γίνετε από την μια μέρα στην άλλη και ναι αλλά εγώ δεν έχω τελειώσει αυτά που θέλω να ζήσω...

-Και για πότε το βλέπεις παλικάρι μου? ρώτησε εκείνη.
-Και δεν είμαι έτοιμος και θα δούμε...

Αμ δε τον ήξερε? Γράψιμο ήθελε. Αν τον έγραφε, έτρεχε και την παρακαλούσε. Με το που το έπαιρνε απόφαση εκείνη, τα γύριζε τούμπα ο κύριος. Ναι μεν αλλά.

Έτσι μου 'σαι πασάκο μου? Έκοψε τα πολλά τηλέφωνα. Δεν απαντούσε στα δικά του με την πρώτη. Και να οι καφέδες. Και να τα ξενύχτια και μα που είσαι και τι κάνεις... και να σου ο κυριούλης να παρακαλάει πάλι. Μέσω τηλεφώνου αυτή τη φορά γιατί , χαζός δεν είναι. Όποτε δεν τον έπαιρνε, ήξερε να σου την κάνει γυριστή τη δουλειά!

-Νιώθω έτοιμος τώρα.
-Τι μας λες? Έτσι ξαφνικά το έπαθες ή το έχεις μέρες αυτό?
-Με δουλεύεις?
-Γιατί, εσύ τι με κάνεις?
-Σοβαρά μιλάω... Ξεκαθάρισα μέσα μου,ωρίμασα και είμαι έτοιμος για μια ζωή μαζί σου!
-Ξάπλω και θα σου περάσει, δεν είναι τίποτα! Βάλε και την μανούλα σου να σου κόψει βεντούζες και αύριο θα είσαι περδίκι! Θα μπορείς να κάνεις όλες τις στάσεις του Κάμα σούτρα με τις τσουλάρες που κυκλοφορείς! Άσε με εμένα αγορίνα μου, θα βρω το δρόμο μου! Κανείς δεν χάνετε σε τούτη τη παλιοζωή!
-Ρε άσε και η άμυνα-χιούμορ, δεν πιάνει σε μένα. Σε θέλω λέμε. Εσένα θέλω! Εσένα μόνο... Είμαι έτοιμος να αναλάβω οποιεσδήποτε ευθύνες... Άσε που μου έλειψες πολύ... πόσο καιρό έχω να σε δω?
-Μάλιστα... είσαι έτοιμος να αναλάβεις οποιεσδήποτε ευθύνες ε?
-Ναι! Τι λέμε τόση ώρα...
-Είσαι σίγουρος είπες αυτή τη φορά?
-Ναι.
-Χίλια τα εκατό?
-Ναι, ναι, ναι, ναι!
-Ωραία γιατί είμαι 5 εβδομάδων έγκυος. Είπα να μη στο πω που δεν είχες αποφασίσει ακόμα και να το μεγαλώσω μόνη μου αλλά, αφού είσαι τόσο σίγουρος... ορίστε..
-.....
- Είπες κάτι?
-Δικό μου είναι?
-Ρε σάλτα και γαμήσου! Που τολμάς να αμφιβάλεις κιόλας! Άντε και γαμήσου, που με έχεις στο δούλεμα και περιμένεις κιόλας να κάτσω Πηνελόπη, να πλέκω τα προικιά μου να σε περιμένω.. Εγώ ρε μαλάκα, θα πηδιέμαι με τους μνηστήρες αλλά μην τρελαίνεσαι, ποτέ δεν θα το μάθεις! Άντε και γαμήσου που νομίζεις, ότι μπορείς να παίζεις με την ψυχολογία μου όποτε σου καυλώσει... Άντε και γαμήσου γενικώς, γιατί βαριέμαι να στα βάλω στη σειρά τώρα. Άκου ρεμάλι τι θα σου πω και βάλτο καλά στο μυαλό σου... Σε αγαπάω ρε!!! Εσένα! Τηλέφωνο θα πάρεις ξανά, μόνο και αν κάποια στιγμή καταφέρεις να κάνεις εμένα προτεραιότητα και κατά συνέπεια εμάς και αφήσεις τον εαυτό σου δεύτερο! Μπορείς, έχει καλώς ... Όχι? Δεν πειράζει. Μην μου χαλιέσε! θα γίνεις μια ανάμνηση σούπερ ουάου! Άντε τώρα, κλείσε ... Και πού 'σαι, πριν πάρεις ξανά τηλέφωνο, ρώτα τον εαυτό σου, πως θα αντιδρούσες αν πραγματικά ήμουν έγκυος...
-Καληνύχτα...

Μου τα έλεγε χθες στο τρένο, ο Βαγγέλης. Έξι ώρες από Θεσσαλονίκη Αθήνα, μες στη νύχτα, γλώσσα δεν έβαλε μέσα του! Κατέβαινε Αθήνα να την βρει, να τα πούνε από κοντά. Τι θα της πει, δεν έχει αποφασίσει ακόμα ούτε ο ίδιος... Μόνο να, σα να είδα στα μάτια του πως ξέρει τώρα τις αδυναμίες του. Πως μπορεί να κάνει ένα βήμα πίσω και να τον οδηγήσει εκείνη, που τα βήματα της, είναι πιο σταθερά. Τα δικά του, άτσαλα όπως είναι, δεν θα τους πάνε μακριά... Πάλι καλά που το αναγνωρίζει δηλαδή! Ε τι τραβάμε τα θηλυκά! :P Αλλάξαμε και τηλέφωνα να μου πει τι θα γίνει, να του ξεπληρώσω και το ξενύχτι που του χρωστάω... που με έκανε να έρθω κατευθείαν στη δουλειά, το ρεμάλι!! Θα τα διαβάζει τώρα και θα γελάει, αλλά την άδεια να τα γράψω, μου την έδωσε.
-Μόνο σήριαλ μη με κάνεις μου είπε γιατί, ο μόνος τίτλος που θα ταιριάζει θα είναι "Ο Μαλάκας" ή το άλλο, το καλύτερο... "Πως να χάσετε τη γυναίκα της Ζωής σας, μέσα από τα χέρια σας"
-Ρε καλό μου παιδί, από ότι μου λες, η κοπελιά σε έχει τρελάνει στο μπινελίκι...
-Ναι ρε συ, αλλά για πες μου, άδικο έχει?

...ε και με αποστόμωσε. Λέει πως, αν δεν υπήρχε η Αρετή στη ζωή του, ακόμα θα έπαιζε με τουβλάκια. Τόσο πολύ άστατος και ανώριμος, πιστεύει πως είναι ώρες ώρες.

- Με βάζει κάτι γκάζια ώρες ώρες και έρχομαι στα ίσια μου.

Τελικά, όταν υπάρχει αγάπη στην αγνή μορφή της, έστω και βαθιά κρυμμένη στις καρδιές, όλα γίνονται! Περπάτα και κοίτα μπροστά, σαν να μην πρόκειται ποτέ να τελειώσει ο δρόμος που πήρες. Και ανηφόρες θα δεις και κατηφόρες μα τα καλύτερα και πιο αφελή, είναι τα ποτάμια. Νομίζουν ότι σου κόβουν το δρόμο....

Και ένα τραγουδάκι που του έβαλα να ακούσει και μετά κρατούσε πατημένο το repeat!


14 Αυγ 2008

Πριγκιπέσα

Καθισμένος σε ένα από τα μικρά τραπεζάκια του καφενείου, έπινε το ουζάκι το μεσημεριανό που λένε εδώ στη Μεσσηνία, μαζί με κάνα δυο ακόμα 25άρηδες φίλους του.

"Φυσάει. Είναι ο καιρός έτσι χάλια τελευταία. Οι ελιές δυσκολεύονται να κρατήσουν τους καρπούς τους. Τόσο δυνατά, φυσάει φέτος. Με βλέπω να μη χρειάζομαι τελικά εργάτες για το ράβδο. Μόνος μου θα τα καταφέρω μια χαρά. Αν βρω δηλαδή, καρπό να μαζέψω έτσι όπως το πάει τούτος ο Οκτώβρης. Δε κοτάμε ούτε από το καφενείο να βγούμε. Και που να πάμε δηλαδή... Στα κτήματα, θα μας πάρει και θα μας σηκώσει ο άνεμος!"

- Μα το θεό ρε Παντελή, τέτοιο πράμα δεν έχω ξαναδεί και κοντεύω 6 χρόνια στο χωριό.
- Μικρός είσαι Πέτρο. Έχουν πολλά να δουν τα μάτια σου. είπε ο καραφλός, σχεδόν, καφετζής και χώθηκε ξανά πίσω από τον πάγκο του.

- Ει, Παντελή, πιάσε ένα ουζάκι ακόμα, να πιούμε με τα παιδιά και να φύγω. Περιμένω κόσμο σήμερα από Αθήνα.

Ήπιε το ούζο και σηκώθηκε να φύγει για το σπίτι.

-Άντε, καλό μεσημέρι παιδιά!
-Τους χαιρετισμούς μας στη Πριγκιπέσα, Πέτρο. Να μας την προσέχεις! πετάχτηκε ο Νίκος από την διπλανή παρέα.

Τον κοίταξε στα μάτια και χαμογέλασε.

-Θες αλήθεια, να της τα μεταφέρω αυτά Νικόλα? έκλεισε το μάτι, σε ένα Νίκο κόκκινο από ντροπή και με ένα δυνατό "Γειααα" άφησε τον χώρο.

Α ρε αδερφή, τι τους έχεις κάνει και είσαι σε ολονών τα όνειρά? Γέλασε με τις σκέψεις του και πήρε να καλωσορίζει τον Τάσο, που μόλις έφτασε από Αθήνα. Τον "ΕΝΑ" της αδελφής του. Υπήρξε για τον Πέτρο, μεγάλος αδελφός και καλός φίλος και προστάτης και δάσκαλος και από όλα! Τον καιρό που ήταν ακόμα στην Αθήνα. Τον καιρό που ακόμα είχε σχέδια για την Πριγκιπέσα και εκείνη για τον Τάσο. Αγάπη μεγάλη υπήρχε και ακόμα υπάρχει δηλαδή αλλά... αλλά σχεδόν 5 χρόνια έχουν να δουν ο ένας τον άλλο. Εγωισμός. Αν ο Τάσος πάντως, δεν έκανε το βήμα να έρθει να τους δει στο χωριό, η Πριγκιπέσα, δεν θα έριχνε τα μούτρα της με τίποτα. Τι θηλυκό! Να χτυπάει το κεφάλι της στον τοίχο από την ανάγκη κάποιου και παρόλα αυτά, να μην κάνει το παραμικρό. Μόνο να σιάνει τα μαλλιά της, να μην καταλάβει κανείς πως κοπανιότανε στους τοίχους.

Τον έμπασε στο σπίτι και του έδειξε το δωμάτιο του. Μόνο αφού τελείωσαν το φαγητό με τη μάνα και τις άλλες 2 αδελφές του Πέτρου, τόλμησε ο Τάσος να αναφέρει την Πριγκιπέσα. Γέλασε κρυφά ο Πέτρος μέσα του και του απάντησε πως θα την βρούνε το βράδυ σε ένα ταβερνάκι- στέκι τους. Είναι ακόμα στη δουλειά.


Ο άνθρωπος, σχεδόν είχε γδάρει τα καθίσματα του αυτοκινήτου από την ανυπομονησία. Τσιτωμένος καθόταν στη θέση του συνοδηγού και ο Πέτρος τον κοιτούσε και δεν το πίστευε...

- Χαλάρωσε ρε μαλάκα και θα μου χαλάσεις το αμάξι! Δε μου λεγες, να πάρω το αγροτικό καλύτερα???

Χαμογέλασε απολογητικά και πήρε τα χέρια από το κάθισμα, ο Τάσος.

Στεκόντουσαν έξω από το μαγαζί και όταν άκουσε το γέλιο της από μέσα,πάγωσε. Μπήκε μπροστά ο Πέτρος και άνοιξε την πόρτα.

Μια παρέα με 5 περίπου άντρες καθόταν γύρω της. Εκείνη φορούσε ένα μαύρο φόρεμα. Τα μαλλιά της λυμένα, να καλύπτουν την πλάτη μέχρι χαμηλά τη μέση, φώτιζαν το δωμάτιο. Τα μαλλιά και τα μάτια της. Και το χαμόγελο. Ναι, και το χαμόγελό της. Έπαιζε μουσική λαϊκή και κάποιος από το βάθος φώναξε "Σπάστα Πριγκιπέσα μου!"

Εκείνη τράβηξε μια τζούρα από το τσιγάρο της και το έδωσε σε εκείνον που καθόταν δίπλα της να το κρατά. Σηκώθηκε αργά και έπιασε μια γωνία από το τραπεζομάντιλο. Περπατούσε αργά και τόσο, μα τόσο ερωτικά προς την πίστα, με τα ποτήρια και τα πιάτα να σπάνε πίσω της, καθώς κρατούσε ακόμα εκείνη την γωνία από το τραπεζομάντιλο. Τόσο φυσικό και για κείνη μα και για τους άλλους... σαν να το έκανε κάθε μέρα... όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της... κυρίως στις μαύρες της ,τις γόβες που πατούσαν τα γυαλιά ....
Ξεκίνησε το τραγούδι και εκείνη άφησε το το κομμάτι ύφασμα. Άρχισε να χορεύει....γυναίκα τραγουδάει, γυναίκα χορεύει.

"Μέχρι να γίνουμε άγγελοι, να βγάλουμε φτερά"....

Όλο το μαγαζί να την κοιτάζει... εκείνη με τα μάτια κλειστά, να κινείται σε ρυθμούς που ο Τάσος ποτέ δεν την είχε δει να κινείται. Με μια απλότητα και έναν αισθησιασμό πρωτόγνωρο... Ο χώρος γεμάτος από την ουσία της. Είχε μείνει αποσβολωμένος να κοιτάζει μια γυναίκα που έμοιαζε με κάποια... έμοιαζε με την Ελένη... την Ελένη του, μα όλοι τη φώναζαν Πριγκιπέσα..

Ο Πέτρος τον κοιτούσε να κοκκινίζει και να τα έχει χαμένα. Έσκυψε στο αφτί του και του είπε..

- Άκου αδελφέ, το ξέρεις πως είναι γυναίκα όμορφη και άνθρωπος καλός... όταν ήρθαμε εδώ, όλοι την αγάπησαν. Μέσα στα 6 αυτά χρόνια, μου την έχουν ζητήσει, 32 από τα πιο καλά και πιο πλούσια παιδιά της περιοχής. Σε όλους είπε όχι. Για αυτούς εδώ ,που την κοιτάνε, εσύ δεν είσαι ο Τάσος, είσαι ο "ΕΝΑΣ". Ναι, ναι, έτσι σε ξέρουν. Κάθε που μου τη ζήταγαν, πήγαινε η Πριγκιπέσα και τους έπιανε και τους μιλούσε και έλεγε σε όλους τα ίδια. Αυτά..
" Καλός είσαι και καλός άντρας θα γίνεις, όχι όμως για μένα. Μια οικογένεια για να πετύχει θέλει υποχωρήσεις και κατανόηση και αυτό σημαίνει αγάπη. Εγώ, έτσι, μόνον "ΕΝΑ" άντρα αγάπησα και άλλον δεν θα αγαπήσω αρκετά, για να μπορώ να του δώσω αυτά που μια οικογένεια χρειάζεται. Σε θέλω ευτυχισμένο και δεν μπορώ να σε κάνω."
Μετά από τις 5 πρώτες απορρίψεις, συνέχισε ο Πέτρος, της το κολλήσανε και έμεινε. Πριγκιπέσα. Όχι σαν εκείνες τις ακατάδεχτες τις ψυλομύτες, μα σαν εκείνες που στέκονται στα ψηλά των κάστρων παραθύρια και ενώ θέλουν να κατέβουν να αγγίξουν τον Πρίγκιπα, δεν μπορούν γιατί, πόρτες ο Πύργος δεν έχει. Τέτοια Πριγκιπέσα και η Ελένη μας, στον πύργο που μόνη της έφτιαξε για εκείνη...

Ο Τάσος έκλαιγε και το τραγούδι τελείωσε και εκείνη γύρισε προς το μέρος τους και τον κοίταξε στα μάτια και το μαγαζί έναν ψίθυρο έβγαζε... ο "Ένας" ο "Ένας" και εκείνη τον πήρε αγκαλιά όπως παλιά και του χάιδεψε τα μαλλιά και του ψιθύρισε "Καλωσήρθες"...


ΥΓ. Ελπίζω να είστε όλοι πολύ πολύ καλά! Να περνάτε καλά, να κάνετε μακροβούτια και να χαμογελάτε! Όπως θα καταλάβατε, έχω γυρίσει στην προσχολική ηλικία :P Παραμυθάκια λοιπόν, να γιάνουν οι πληγές... ελπίζω μέχρι να χρειαστεί να επανέλθω στους κανονικούς μου ρυθμούς, να έχω συνέλθει! Πέρασα βλέπετε από την τελευταία ανάρτηση πολλά...:P
Σας ευχαριστώ για τα σχόλια και τις επισκέψεις. Όλους! Επίσης υπόσχομαι να σας επισκεφθώ με την πρώτη ευκαιρία...
Φιλιά σε όλους! Από τα δικά μου, τα τρελά, τα αλλοπαρμένα... Να είστε καλά!