25 Μαΐ 2012

δικό σου.

δεν φαντάζεσαι πόσο το εννοώ....

Πέρασε και αυτή η μέρα
χάνεται στο δειλινό
και μαζί της παίρνει πέρα
όσα δεν θα θυμηθώ

Ότι έχω στην καρδιά μου
κι είναι όλη μου η ζωή
είναι ο χρόνος που θυμάμαι
αυτός που ζήσαμε μαζί

Σ'ευχαριστώ για όσα μου'χεις χαρίσει
για τις μέρες που μου'δωσες να ζω 
για όσα μαζί σου μέχρι τώρα έχω ζήσει
δε σου είπα πόσο σ' αγαπώ,
δε σου είπα πόσο σαγαπώ

Σου'χα κρύψει τα σημάδια
γιατί δεν ήθελα να δεις
πως μου ήταν όλα άδεια
στην ζωή μου πριν να'ρθεις

Ήταν ξένη αυτή η πόλη
σαν και σένα είχα εδώ χαθεί
εδώ που με ξεχάσαν όλοι
και με βρήκες μόνο εσύ

Σ'ευχαριστώ για όσα μου 'χεις χαρίσει
για τις μέρες που μου 'δωσες να ζω 
για όσα μαζί σου μέχρι τώρα έχω ζήσει
δε σου είπα πόσο σ' αγαπώ,
δε σου είπα πόσο σ' αγαπώ

Ξέρεις ότι με πονάει
και ότι ακόμα με κρατάει
εδώ κάτω χρόνια ζωντανός
πόσο θέλω τώρα να ανοίξω
την ψυχή μου να σου δείξω
και ότι δεν μπορούσα, να σ'το πω

Σ' ευχαριστώ για όσα μου 'χεις χαρίσει
για τις μέρες που μου 'δωσες να ζω 
για όσα μαζί σου μέχρι τώρα έχω ζήσει
δε σου είπα πόσο σ' αγαπώ,
δε σου είπα πόσο σ' αγαπώ



17 Μαΐ 2012

Νεύρα






Φόρεσε γρήγορα τα παπούτσια της και ξεκίνησε βιαστικά για το διάολο που την έστειλε εκείνος. Πήρε φόρα και άνοιξε τη πόρτα της κουζίνας. Μετά πήδησε από το μπαλκόνι.
«έχεις νεύρα μωρή πουτάνα?» τη ρώτησε, δαγκώνοντας το malboro που είχε στα χείλη του. Έκανε να τον χτυπήσει αλλά τελευταία στιγμή της τράβηξε την προσοχή ένα μπουκάλι ρακί που είχε ξεμείνει στο τραπέζι της αυλής από το χθεσινό γλέντι. Δρασκέλησε μέχρι εκεί, βούτηξε το μπουκάλι από το λαιμό, έβρεξε το λαιμό της με μια γουλιά και με το υπόλοιπο, πότισε τον ξεραμένο βασιλικό.
Σχεδόν τον ξέχασε, αυτόν και το malboro του και χώθηκε στο δάσος του κακού του λύκου. «Λύκε, λύκε είσαι εδώ?»  Σκατά. Και εκείνος έλειπε. Και τι νόημα είχε να φτάσει ως την άλλη μεριά? Από ποιον θα τη σώσει ο ξυλουργός? Ποιος θα φάει τη γιαγιά? Κανένα νόημα. Γύρισε στο σπίτι και έφαγε ένα πιάτο στιφάδο που είχε περισσέψει από προχθές.
Δεν είμαι καλά. Αυτά.