καμια φορά ξεχνιέσαι και νιώθεις πολύ κοντά. σχεδόν ξεχνάς οτι είναι δύο τα σώματα. τα νιώθεις ένα.
μετα ξυπνάς.
και ο ρομαντισμός έχει τα όρια του. δημιουργεί ο καθένας τις παραισθήσεις του που με κάποιον υπόγειο τρόπο, τον βοηθούν να νιώσει καλύτερα.
Μισεί. Ω ναι. Μισεί. μα κάθε φορά είναι κάτι άλλο. μια τον δρόμο, μια τη θάλασσα, μια το σώμα του, μια το μυαλό του που δεν μπορεί να ξεκολλήσει, μια τον άλλον που τον έκανε να αισθάνεται έτσι.
Πως έτσι?
Έτσι... σαν να πετάει στα σύννεφα όταν είναι μαζί του. σαν να μην κινείται τίποτα πέρα από την εικόνα των χεριών που πλησιάζουν.
Θυμός. Νεύρα. και ξανά θυμός και ξανά νεύρα και .. και δε μπορείς να είσαι στο μυαλό του άλλου. και δεν μπορείς να τον αντιληφθείς σαν κάτι ξεχωριστό. πρεπει να τον χώσεις σε ένα τσουβάλι, σε μια κατηγορία για να μπορέσεις να ανταπεξέλθεις. πρέπει να του φορτώσεις τα κουσούρια που φέρει μια κατηγορία. μετά να κατηγορήσεις τον εαυτό σου που δεν είχες δει αυτά τα κουσούρια. μετά να πεις... τωρα θα σου δείξω εγω! και να τα κάνεις ολίγον τι πουτάνα αλλά με τρόπο! με στύλ!
και έρχεται ένα τηλέφωνο και μια κουβέντα του άλλου για να διώξει από πάνω σου ένα βάρος απίστευτο. να κάνει την μέρα σου να μοιάζει θολή, όσο δύσκολη και γεμάτη κι αν ήταν. μονο τη φωνή να ακούς και να γελάς και σχεδόν να ικετευεις.... μίλα μου! μιλα μου κι αλλο. πες μου τα πάντα. πες μου τι χρώμα είναι τα παπούτσια σου, πες μου οτι κάπου έχεις αφήσει τα γυαλιά σου και ξέχασες, πες μου πως πίνεις τον καφέ σου όταν δεν είμαστε μαζί, πες μου πόσα αστέρια μετρησες χθες το βράδυ, πες μου τι σε κράτησε ξύπνιο, τι σε κούρασε, τι σε έκανε να γελάσεις... τι κρύβεις στις τσέπες του μπουφάν σου πες μου... μιλα μου! μιλά μου και ασε με να ακούω και να χάνομαι στη ζωή σου. κάνε με τμήμα της. μη με κλείνεις απ εξω.
τα λέω να τα ακούσω. κι εγω το κάνω. δεν ξέρω γιατι.
μου λείπεις. δεν είμαι καλα.
αυτά.