29 Ιαν 2008

....αλλιώς θα προσπεράσει!

ok... την παλεύω δεν είναι αυτό...
κάτι με χαλάει όμως... δεν μπορώ να το προσδιορίσω ρε γαμώτο. Από την άλλη ίσως και να κάνω λάθος...
Δεν σκοπεύω να πιέσω κανέναν ούτε καν το εαυτό μου ... πάω για μια τελείως φλου κατάσταση, και μου το γυρνάς τούμπα! Χαλάρωσε ρε φίλε! Χαλάρωσε και χαμογέλα... σου πάει ρε γαμώτο...
Δεν έχω ζήσει το μεγάλο και τα χρόνια περνάνε και φοβάμαι... σχεδόν ζηλεύω εκείνη την απλότητα του να δηλώνεις ότι ένας άνθρωπος που ξέρεις ελάχιστα (γιατί τι είναι δύο χρόνια μπροστά στα τριάντα που έχεις ζήσει ήδη) είναι πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού σου...
Σχεδόν ντρέπομαι να το παραδεχτώ ότι δεν το έχω ζήσει.... Γράφω και γράφω κομμάτια κλεμμένα, φορτωμένα με τα αισθήματα που άλλοι μου περιέγραψαν που εγώ έζησα τμήματα τους μόνο... Έχω ζήσει κάποια αλλά ... πως να στο πω και σένα, που ψάχνεσαι να διαβάσεις κάτι καλό, θέλω αυτό που δημιουργεί εκρήξεις μέσα σου...
Με καταλαβαίνεις?... Τι ζητάω τώρα...
Θέλω αυτό για το οποίο έχουν επιλέξει να φύγουν άνθρωποι... να θυσιαστούν! και περνάει ρε φίλε ο καιρός... και εγώ το μόνο που καταφέρνω είναι να ζω με δειγματάκια του μεγάλου, του ατελείωτου, του θαύματος...
Μαζόχα θα με πεις και θα έχεις δίκιο... Η συνήθεια όμως κυριαρχεί στις μέρες μας και την χόρτασα!
Θέλω αυτό που μπορεί να με σκοτώσει... όσο και να το κυνηγάω δεν βγάζει πουθενά.. θα έρθει μόνο του... και αν δεν έρθει??? Αυτοί που δεν το έχουν ζήσει (μέσα και εγώ) δεν είναι λειψοί?
Κι αν όχι γιατί παρακαλώ τόσο νταβατούρι?
Ότι του φανεί του Λωλό Στεφανή βραδιάτικο... απ'αλλου ξεκίνησα όμως...
Δεν τις παιδεύω τις φάσεις πλέον... αν κάτσει έκατσε... μένω ανοιχτή, έχω ξεφορτωθεί τις παρωπίδες και έρχεσαι εσύ και μου κάνεις παιχνιδάκια... βρε δε γαμείς λέω εγώ...
οκ.. κάπως (μαντεύω πως) είσαι εδώ... στο κόσμο μου... δεν σε κάλεσα όμως χέρομαι που ήρθες...
Μην τρομάζεις όμως με τις ιστορίες μου.... είναι το κομμάτι εκείνο που δεν μπορώ να βγάλω στην παλιοπαρέα, στην κολλητή, σε σένα.... στον κόσμο δεν τολμάω να πω... θα με έλεγες παρανοϊκή..
Κάποτε ήτανε μολύβι και τώρα είναι πληκτρολόγιο και?
Λες πως σου αρέσει που χαμογελάω συνέχεια... είναι γιατί τα λέω κάπου φάτσα... γιατί είναι πράγματα που δεν μπορώ να εξηγήσω αλλά τα αισθάνομαι... sorry! έτσι είναι όμως...
Θα άντεχες να στα έλεγα? άσε θα απαντήσω εγώ... δεν θα το άντεχες και ξέρεις γιατί? (πάλι εγώ θα απαντήσω) γιατί δεν στέκουν.... είναι απλά πράγματα, πολύ απλά για να τα δεχτούμε κάποιες φορές... χάνουμε το νόημα ψάχνοντας τον λάκκο...
Please σταμάτα τα παιχνίδια και .... μην τρομάζεις τα περισσότερα είναι μνήμες και τα υπόλοιπα ecstasy για να φεύγω που και που από την γαμημένη την καθημερινότητα, την γεμάτη πρέπει...

Συγνώμη...

Άγγελε μου,

Είπα να σου γράψω εδώ και μέρες και όλο το ανέβαλα. Την ιδέα μου την έβαλε η Δώρα όταν της ανακοίνωσα το ταξίδι μου. "Δεν θα τον χαιρετήσεις?" με ρώτησε και δεν απάντησα. Φοβόμουν να σε πάρω τηλέφωνο... τι να σου πω άλλωστε? Την τελευταία μας φορά, τα είπα όλα...ίσως πάλι και όχι, για αυτό να έκατσα εν τέλη να σου γράψω.
Πάντα συζητούσαμε πριν από μια αλλαγή που σκεφτόμουν να κάνω στη ζωή μου. Άλλες φορές με έλεγες ονειροπόλα και με τράβαγες να πατήσω στην γη και άλλες πάλι, μου έλεγες να προχωρήσω και μου έδινε φτερά. Τούτη εδώ την αλλαγή δεν την συζητήσαμε...
Πριν συνεχίσω αυτό το γράμμα, θέλω να σου ζητήσω συγνώμη για τα πράγματα που είπα. Δεν θα τα ξαναπώ, μην λερώσω τις σελίδες αλλά Άγγελε, με ξέρεις καλά μπορείς να διαλέξεις και να ξεχωρίσεις τις κουβέντες που δεν εννοούσα Με ρώτησες αν σ' αγαπώ και δεν σου απάντησα. Ήμουν πληγωμένη πολύ και δεν το ήθελα Άγγελε! Συγνώμη και αν σε έκανα να κλάψεις, συγνώμη που δυστυχώς εκείνες τις στιγμές αυτός ήταν ο σκοπός μου. Να νιώσεις όπως ένιωσα...
Μπορείς να σταματήσεις να διαβάζεις, να το σκίσεις τούτο το παραλήρημα και να το πετάξεις μακριά σου...Εγώ προσπάθησα μα δεν μπορώ να σταματήσω να γράφω...
Φεύγω Άγγελε και δεν είσαι εδώ, μα η κουτή δεν στο ζήτησα ποτέ... Φεύγω για το καινούργιο, το άγνωστο και δεν μου έχεις δώσει φτερά. Φοβάμαι μα ξέρω τα λάθη μου και θα φάμε τα μούτρα μας παρέα. Περίεργο Άγγελε, περίεργο να σου γράφω, σε σένα , που σου μιλούσα με τις ώρες.
Σμπαράλια τις έκανα τις ελπίδες του να είμαστε και πάλι μαζί...σμπαράλια! Μα τι να έκανα? Πες μου τι? Πονάω Άγγελε...στιγμή δεν σταμάτησα να πονάω, μα που να το πω? Σε ποιον? Κομμάτια με έκανες μα δεν το θυμάμαι πια.. φύρανε το μυαλό μου με όλα αυτά Χόρτασαν τα μάτια μου τις φωτογραφίες σου και έτσι δεν θα τις πάρω μαζί μου. Σε αφήνω εδώ και πάω να βρω την Κατερίνα που αγάπησες, αυτή που γέλαγε καμιά φορά
Δεν ξέρω πόσα συγνώμη να σου πω να φτάνουν που δεν σου έδωσα εκείνο το σ' αγαπώ μα έπρεπε να δώσει κάποιος τέλος και το ξέρεις... άρρωστοι ήμασταν και όχι ότι τώρα είμαστε καλά.. ίσως να φεύγω και για αυτό..
Κορνάρει το ταξί και πρέπει να το τελειώσω αυτό το γράμμα. Άλλωστε με ξέρεις εμένα... όλα την τελευταία στιγμή! Πετάω σε δυο ώρες για κάτι καινούργιο... και δεν μου έδωσες φτερά.. μα δεν στα ζήτησα και έτσι μοιράζετε κάπως...

Σ 'αγαπώ,
Κατερίνα


Έκλεισε το γράμμα και το έβαλε σε ένα φάκελο και μετά στο μαξιλάρι της Δώρας. Εκείνη θα ήταν ο ταχυδρόμος.



Τα γόνατα του πόναγαν από την υγρασία... τόσα χρόνια δίπλα στην θάλασσα και δεν είχε συνηθίσει την αγριάδα της!Ανασήκωσε το στρώμα του κρεβατιού με κόπο. Ένας κίτρινος σχεδόν φάκελος εμφανίστηκε. Τον πήρε στα χέρια του και έμεινε να τον κοιτάζει...
Πόσες φορές άραγε το έχει κάνει αυτό? Θυμάται την Δώρα να του το δίνει στα χέρια και να του ανακοινώνει την αναχώρηση της Κατερίνας. Τότε ήταν που τα παράτησε όλα και ήρθε στην Καβάλα και έφτιαξε τούτο το σπίτι δίπλα στην θάλασσα, όπως τα είχανε συζητήσει με την Κατερίνα πριν εκείνη φύγει πριν την πονέσει τόσο ανεπανόρθωτα ώστε να την χάσει για πάντα όπως τελικά και έγινε...
Πως φοβόταν τούτο το γράμμα δεν λέγετε.... Αλήθειες έλεγε μέσα και αυτό φοβόταν πιο πολύ..
Θυμήθηκε την σιωπή της στην ερώτηση Μ' αγαπάς και τρέχουν τα μάτια του...
Πέρα από αυτό το γράμμα δεν είχε εμφανιστεί καθόλου η Κατερίνα στα πέντε χρόνια που πέρασαν.
Κοίταξε το φάκελο ακόμα μια φορά και πήρε να τον ανοίξει... αργά, με σεβασμό. Το μόνο που του είχε μείνει από κείνη...

Δεν γίνετε! Κόντευε να σπάσει το κεφάλι του! Κοιτάει το γράμμα το διαβασμένο πια που του έπεσε από τα χέρια...Την άφησε να φύγει!Να φύγει, να φύγει, να φύγει .... η καρδιά του , η Κατερίνα του.





Αύγουστος και στο αεροδρόμιο γινόταν πανικός! Έμαθε από την Δώρα ότι σήμερα θα ερχόταν εκείνη και την περίμενε ήδη 5 ώρες.... Η πτήση της θα προσγειωνόταν σε 2 λεπτά! Κόντευε να σπάσει η καρδιά του όταν την είδε.... όταν,σαν να τον ένιωσε, τον κοίταξε στα μάτια και μετά από λίγο βρέθηκε στην αγκαλιά του...

"Συγνώμη" είπαν ταυτόχρονα σχεδόν......

28 Ιαν 2008

Το αλάνι....

Τον είδα μια μέρα στο φανάρι και δεν το πίστευα... ήθελα να βάλω τα κλάματα.. Τι άλλο μπορείς να κάνεις όταν συνειδητοποιείς την έννοια της λέξης εξάρτησης...?
Όταν την βλέπεις μπροστά σου, χέρι χέρι με την ξεφτίλα....
Καβατζωμένη όπως ήμουν στο μικρό αυτοκινητάκι μου, ζεστή στο κοστούμι μου και την θέρμανση του καλοριφέρ, ένιωσα ντροπή. Πως μπορούσα να τον κρίνω εγώ? Ποια είμαι εγώ που θα τον πιάσω στο στόμα μου, αυτόν και την "μελετημένη" ζητιανιά του στα φανάρια της Αθήνας...
Θυμήθηκα που πήγαινα με σχολείο μαζί..Καθόμασταν και στο ίδιο θρανίο καμιά φορά Ανταλλάσσαμε κουβέντες μεγάλες για την ζωή, την αγάπη, την ανθρωπιά, τα τραγούδια (γιατί και αυτά ζωή είναι)... Στα διαλείμματα εγώ έτρεχα αγχωμένη στις σελίδες των βιβλίων μου και εκείνος με την ίδια κάψα να κάνει κανα τσιγάρο. Κάποιες φορές του έφτιαχνα και σκονάκια. Με ευχαριστούσε αλλά ποτέ του δεν τα χρησιμοποίησε.
Σε ένα κενό καθόμασταν οι δυο μας στην τάξη,βουβοί.. κοιτούσαμε τον Όμηρο. Αν κάποιο βιβλίο του άρεσε αυτό ήταν η Οδύσσεια. Έλεγε ότι ήταν μαγικό, κάτι πάνω από το παραμύθι, πάνω από την αλήθεια, πέρα..... στο όνειρο! Με κοίταξε θυμάμαι και μου είπε σχεδόν γελώντας... "Είμαι για να φεύγω, κούκλα..."
Δεν ξαναήρθε στο σχολείο... και ήταν η τελευταία μας τάξη. Δεν τον έψαξα... σχεδόν τον ξέχασα... ντροπή μου!!
Και τώρα στο φανάρι, θέλει να μου πουλήσει χαρτομάντιλα Κατεβάζω το παράθυρο και τον κοιτάζω.. λιγότερο ξαφνιασμένη από πριν.
-Γεια σου κούκλα, μου είπε και κατέβασε τα μάτια

-Έλα, μπες μέσα, κερνάω καφέ!

Αρνήθηκε. Μου έκλεισε το μάτι και προχώρησε στο επόμενο αυτοκίνητο. Με άφησε εκεί στην μέση του δρόμου να τον κοιτάω... εκ του ασφαλούς, καβατζωμένη...

Άρχισε να ψιλοβρέχει και εκείνος σήκωσε την κουκούλα του μπουφάν του. Πρώτη και έφυγα...
Πάντα πίστευα ότι όλα είναι θέμα επιλογής... οκ... εξακολουθώ να το πιστεύω αλλά λυπάμαι κύριοι! Δεν μπορώ να αγνοήσω τον πόνο κάποιου, τα ουρλιαχτά του, τις ανάγκες του απλά και μόνο επειδή οι επιλογές του ήταν οι λάθος... το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να του δώσω ακόμα μια... εκείνος θα διαλέξει και εγώ θα έχω προσφερθεί να βοηθήσω όπως και να έχει.... έστω κι αν δεν τα κατάφερα με τον Γιώργο... θα ξαναπροσφέρω την βοήθεια μου, μια επιλογή σε κάποιον σε παρόμοια κατάσταση...
Άλλωστε μην ξεχνάω.... έκανα και εγώ λάθος επιλογές κάποτε... μπορεί να μην με έβγαλαν στα φανάρια των δρόμων... μπορεί όμως να με οδήγησαν στο κρεβάτι της μοναξιάς, της απομόνωσης...
Τι πονάει πιο πολύ?

Μέλιδρον (Είναι ωραία η θάλασσα)




Θέλω να τρέξω να πετάξω να χαθώ
όμως φοβάμαι τι θα γίνει αν γυρίσω
τον εαυτό μου να γελάσω προσπαθώ
μα κάπου μέσα μου βαθειά δεν θα τον πείσω.
Αυτά σκεφτότανε τα βράδια στη δουλειά
κι η γκρίζα αύρα της γινότανε πιο μαύρη
θλιμμένα ναι,καλά ευχαριστώ
μα άλλο πράγμα τη τρυπάει και τη χαλάει..


Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα
κι αν έχεις βρει πολλές στεριές καμία δεν σ'αράζει
δώσ'μου για φιλοδώρημα τραγούδι με τη μπάντα
είναι ωραία η θάλασσα γιατί με'σένα μοιάζει.


ασε με άνθρωπε να κάνω ότι αισθανομαι
βαρέθηκα για πράγματα σωστά να μου μιλάνε
πες μου μονάχα τι ποτό γεμίζει το ποτήρι σου
κι αν θέλεις περισσότερο εδώ δε σε κερνάνε.
Δε τελειώνει η ζωή σε μία άρνηση
κι αν έχεις άντερα την άνοιξη ακολούθα
τι σε πειράζει αν σε δείχνουνε στο σπίτι σου
γιατί εφόρεσες ανάποδα τα ρούχα.


Είναι ωραία η θάλασσα.........

Έτσι απλά...

Ξαπλωμένος στο κρεβάτι, δίπλα της, η καρδιά του δεν μπορούσε να σταματήσει να τρέχει. Την κοίταξε ακόμα μια φορά.. αφοσιωμένη όπως ήταν στην ταινία, τα μαλλιά της χρυσά πάνω στο μαξιλάρι, τα πόδια της ζεστά, τον άγγιζαν κάτω από τα σκεπάσματα...
"Θεέ μου ας μην είναι αυτή η τελευταία φορά.." παρακάλεσε τον ουρανό που σκοτείνιασε έξω από το σπίτι. Παρακαλούσε το αόρατο,να τον γλυτώσει από το αναπόφευκτο. Για να του χαρίσει ακόμα λίγες από τις στιγμές της. Για να μπορεί να την βλέπει να χαμογελάει με τα χαζά αστεία που της λέει... Έστω να την βλέπει έτσι, με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο... για το τέλος της ταινίας, για ένα τέλος που δεν την αφορά κι όμως... την κάνει να μοιάζει με ανυπόμονο παιδί...
Η ταινία κόντευε να τελειώσει και η καρδιά του ακόμα έτρεχε...γρήγορα,επίπονα. Πήρε βαθιά ανάσα. Προσπαθούσε να δεχτεί την ανικανότητα του να της αλλάξει γνώμη σε αυτό που ακόμα δεν του είχε ανακοινώσει αλλά ένιωθε ότι πλησίαζε... Μέρες τώρα το ένιωθε, ίσως και να το ήξερε... Δεν άλλαξε παρόλα αυτά καθόλου την συμπεριφορά του απέναντί της... Την είχε ανάγκη και ήλπιζε ο δειλός, στην αλλαγή της απόφασης, στην ματαίωση της φυγής της...
Έμεινε να παρατηρεί τους τίτλους τέλους της ταινίας. Την ένιωσε να τεντώνετε δίπλα του και αμέσως μετά να βάζει ένα μουσικό κανάλι... Την ένιωσε να τον αγκαλιάζει και ήξερε ότι πολύ πιθανόν να ήταν η τελευταία φορά Και μετά το γνωστό τους παιχνίδι... Του γύρισε την πλάτη και εκείνος την αγκάλιασε Μύρισε τα μαλλιά της, άγγιξε με τα χείλη του το λεπτό δέρμα της πλάτης της. Τώρα έμενε η ερώτηση.... το ανέβαλε όσο μπορούσε... μερικά έξτρα δευτερόλεπτα να την κρατήσει.... αυτό ήθελε!
-"Δεν μ' αγαπάς πια?" ρώτησε παιχνιδιάρικα όπως πάντα για να μην καταλάβει εκείνη ότι ξέρει. Ίσως για να της το κάνει ακόμα πιο δύσκολο... Ίσως έτσι να το ανέβαλε για μια ακόμα φορά. Κράτησε την αναπνοή του και περίμενε με τα μάτια κλειστά.. με την όσφρηση του να μην χορταίνει το άρωμα της... αυτό που σε λίγο θα αποχωριζόταν, αυτό που ήξερε ότι θα στοίχειωνε το μυαλό του, μην αφήνοντας χώρο για τίποτα άλλο!
Την ένιωσε να παίρνει μια βαθιά ανάσα..
-"Όχι" είπε ξερά... προσπαθώντας να ακουστεί αποφασισμένη.
Εκείνος κοκάλωσε. Ήταν ώρα για την επόμενη ερώτησή του...
-"Θέλεις να χωρίσουμε?"
-"Ναι" είπε γρήγορα εκείνη πριν το μετανιώσει...

Κράτησε στα μάτια του στην οθόνη για λίγο, τα χέρια του στο σώμα της.
Σηκώθηκε με κόπο, φόρεσε τα παπούτσια, την κοίταξε στα μάτια, δάκρυσε για χατήρι της και έφυγε...

27 Ιαν 2008

Ένας μικρός παράδεισος!


Κοίταξε για ακόμα μια φορά την κακής ποιότητας φωτογραφία που της έστειλε ο μεσίτης...
Ήταν το ιδανικό μέρος! Ίσως εκεί να κατάφερνε να ξεφύγει από τις σκέψεις τις. Ίσως ακόμα, να κατάφερνε να δει τον χαμό του αγαπημένου της με μάτια άλλα... Ίσως...ίσως η μάνα θάλασσα να έπαιρνε μακρυά τα δάκρυά της...της το χρώσταγε άλλωστε. Της είχε πάρει τον άντρα της... το μισό της καρδιάς της...
Σκούπισε για ακόμα μια φορά τα μάτια της και ξαναχάθηκε στη ομορφιά που η φωτογραφία της περιέγραφε.. Σήκωσε το τηλέφωνο και σχημάτισε τον αριθμό του μεσίτη.... "Θα το πάρω" ....

23 Ιαν 2008

Γρήγορα...

Μέρα που βρήκε να φορέσει ψηλοτάκουνα... Έτρεχε σαν την τρελή στην Πατησίων.Κόρνες και φωνές σαν να ξεπηδούσαν από όνειρο. Όνειρο κακό, εφιάλτη. Ένα αυτοκίνητο την έριξε κάτω. Σηκώθηκε και άρχισε πάλι να τρέχει... Γρήγορα... γρήγορα...γρήγορα! Μόνο αυτό μπορούσε να σκεφτεί. Όρμηξε σχεδόν την τελευταία στιγμή στο βαγόνι του μετρό Και τώρα ακινησία. Τα μάτια της έκλαιγαν, δεν αισθανόταν το κορμί της. Προσπαθούσε να βρει την ανάσα της. Βάλθηκε να ψάχνει το κινητό της μέσα στην μεγάλη τσάντα που κρατούσε.΄"Τι ώρα είναι" Μονολόγησε.. Καμία απάντηση από το ασφυκτικά γεμάτο τρένο. Σε τρεμάμενα χέρια κρατούσε τώρα το κινητό.. "12 και 32" Μονολόγησε και πάλι. Έστιβε το μυαλό της να θυμηθεί τι ώρα μίλησε με την Αλεξία... Κενό! Από την ανακοίνωση του ατυχήματος του Αλέκου και μετά, κενό. Ήξερε ότι κατευθυνόταν στο νοσοκομείο στην Νίκαια. δεν μπορούσε όμως να θυμηθεί από που πήρε αυτήν την πληροφορία Και ένας αριθμός 256 και σκόρπιες λέξεις... Εθνική Αθηνών Κορίνθου, μεγάλη ταχύτητα, φορτηγό, γλίστρησε το τσιγάρο από το τασάκι, εγκλωβισμένος στο αμάξι ,χειρουργείο... Ο χρόνος σχεδόν είχε σταματήσει μέσα στο βαγόνι. Τα μάτια της έκαναν βόλτες δεξιά και αριστερά, ανυπόμονα Προσπαθούσε να επαναφέρει την μνήμη της. Ένιωθε τα πόδια της να κόβονται όταν η εικόνα του Αλέκου από ένα ξεχασμένο καλοκαίρι ήρθε στο μυαλό της. Γέλαγε δυνατά και την κορόιδευε όταν του έλεγε ότι δεν χρειάζεται να τρέχει. Δεν βιάζονταν. "Άκου να σου πω" την κοίταγε στα μάτια τότε "έτσι ξεκίνησα... με μεγάλες ταχύτητες... έτσι προχώρησα, έτσι έζησα μέχρι τώρα, έτσι θα συνεχίσω.."
Επιτέλους σταμάτησε το τρένο. Άρχισε πάλι να τρέχει Ακόμα πιο γρήγορα. Σταμάτησε ένα ταξί και έδωσε κοφτές οδηγίες.... "Γρήγορα σας παρακαλώ.. γρήγορα!" Φανάρι και άλλο φανάρι και κίνηση και φωνές.. ήθελε να ουρλιάζει με όλη της την δύναμη Το τηλέφωνο, χτυπάει το τηλέφωνο, την φρέναρε η λογική της. Απάντησε κοφτά, γεμάτη ανησυχία Περίμενε τα πάντα και ας μην ήταν προετοιμασμένη και ας ήταν τόσο ξαφνικό. "Η Αλεξία είμαι. Είναι καλά. Βγήκε από το χειρουργείο Είναι καλά. Μόνο το πόδι του...Θα συνέλθει." Έκλεισε το τηλέφωνο. Δεν μπορούσε να πιστέψει κανέναν. Έπρεπε να τον δει το συντομότερο.. Πάλι εκείνο το καλοκαίρι στο μυαλό της. Πάλι η εικόνα του. Το μπαράκι δίπλα στην θάλασσα και μετά ξαφνικά το αντίο τους κάποιαν άνοιξη.. Τα λόγια τα βαριά, τα φύγε, τα δεν αντέχω άλλο...
Έφτασε. επιτέλους!!Κατέβηκε γρήγορα από το όχημα και άρχισε να τρέχει. 256....256...256 κοιτούσε τις πόρτες και έτρεχε... να προλάβει τι?? Κοντοστάθηκε. Όλα θολά γύρω της. Τα μάτια της πηγές και τρέχανε ποτάμια. Έχανε το μυαλό της... την άφηνε. Μπροστά στην πόρτα με τον μαγικό αριθμό..256! Μισάνοιχτη πόρτα, σιγανό χαμηλό κλάμα ακουγόταν, έτρεμε ολόκληρη! Έσπρωξε την πόρτα για να τον δει μπροστά της. Τυλιγμένο σχεδόν ολόκληρο με επιδέσμους. Μελανιές και αίμα. Μισάνοιχτα μάτια και μια φωνή σιγανή, σχεδόν ψίθυρος "Ήρθες..!" Και μετά κενό. Πάλι.
Ξύπνησε σε ένα κρεβάτι που δεν ήξερε. Γύρισε το κεφάλι της που πονούσε. ένιωσε ένα άγγιγμα Το δικό του άγγιγμα. Ένα αχνό χαμόγελο. Πονεμένο και κόπος για να προφέρει λίγες λέξεις... "Ξέρω ότι θες να φύγεις... όμως μείνε. Φοβάμαι λίγο... έχω συνηθίσει να τρέχω και τώρα αναγκαστικά θα πρέπει να πηγαίνω αργά.. Μόνο για λίγο...μείνε..."

22 Ιαν 2008

Έλα να παίξουμε...

Χαμογέλασε ειρωνικά στον ιδρωμένο καθρέπτη της.... Το ζεστό μπάνιο την έκανε να αισθάνεται καλύτερα τώρα. Οι σωλήνες πήραν και τα δάκρυα της μαζί με τους αρωματισμένους αφρούς....
Χτένισε τα μαλλιά της απαλά, σχεδόν αισθησιακά. Χάιδεψε τον λαιμό της και την ωμοπλάτη της... πονούσε ακόμα το κορμί της από την απουσία του. Τίναξε το κεφάλι προσπαθώντας να διώξει τις μνήμες από την χθεσινή τους κουβέντα. Τις ίδιες μνήμες που δεν την άφησαν να κλείσει μάτι, τις ίδιες μνήμες που είχαν αφήσει ένα κόκκινο χρώμα στα μάτια της και έναν πόνο απερίγραπτο στο στήθος της.
Λάθος έκανε... πάλι... νόμιζε ότι μαζί του θα μπορούσε να ήταν αληθινή.. Θα μπορούσε να ήταν η Αναστασία που μόνο εκείνη ήξερε τόσα χρόνια και δεν τολμούσε να συστήσει σε κανέναν μέχρι που εκείνος εμφανίστηκε στην ζωή της από το πουθενά και ταυτόχρονα σαν να ήταν πάντα εκεί...
Στην αρχή δεν μιλούσε, μόνο άκουγε όπως πάντα άλλωστε προτιμούσε να κάνει... Προτιμούσε να προκαλεί τους άλλους να της ανοιχτούν... ωραίο παιχνίδι... μόνο που το βαριόταν εύκολα! Συνήθως στην πρώτη εβδομάδα ήξερε όλα όσα χρειαζόταν για τον άνθρωπο απέναντι της... τον έκανε να την ερωτευτεί χωρίς καν να το καταλάβει... Όταν κάποια στιγμή οι "σύντροφοι " της συνειδητοποιούσαν ότι δεν ήξεραν τίποτα για εκείνη πέρα από το όνομα της ,την λατρεία της στην πραλίνα και το άρωμα του κορμιού της, άρχιζαν τις ερωτήσεις και τότε έφευγε....
Έτσι ξεκίνησε και με εκείνον. Άκουγε και ρουφούσε κάθε πληροφορία που -χωρίς εκείνος να καταλαβαίνει- της έδινε. Ένιωθε όμως το διαφορετικό στην παρουσία του και είπε για πρώτη φορά να αρχίσει να μιλά και εκείνη... Και μίλησε... Τι όμορφη αίσθηση να σε καταλαβαίνει κάποιος και να ρωτάει κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα....να νοιάζεται, να βουρκώνει με τα άσχημα σου και να χαμογελά με τα ωραία σου....Του είπε ότι κουράστηκε να παίζει αλλά από ότι φαίνεται αυτό δεν το κατάλαβε....
Μετά από ένα υπέροχο μήνα, άρχισε να χάνετε, να λέει μικρο ψέμματα και να υποτιμάει την νοημοσύνη της... εκείνη άργησε να το παραδεχτεί... γιατί το ήξερε αλλά δεν ήθελε να το δεχτεί..
"Όχι τώρα ρε γαμώτο" Έλεγε και ξανάλεγε.. για να λάβει για απάντηση τραγούδια από αυτά τα αργά, τα γεμάτα πόνο που παίζουν συνήθως αργά το βράδυ οι ραδιοφωνικοί σταθμοί... γιατί το βράδυ τα έλεγε, όταν ήταν μόνη...
Ήταν ξεκάθαρη μαζί του... δεν ήταν? ΔΕΝ ΠΑΙΖΩ.του το είπε άπειρες φορές και εκείνος συμφωνούσε... Αλλά και τι άλλο να έκανε?

Έπιασε πάλι την χτένα των μαλλιών της και αυτή την φορά τα βούρτσιζε με μανία, με τα μάτια κολλημένα στον καθρέφτη της... Σταμάτησε και ακούμπησε τα χέρια της στον νιπτήρα. Το βάρος ενός κορμιού κουρασμένου... Ένα τραγούδι που μιλούσε για κουρτίνες βαμμένες σε χρώματα με ζωή, με αισθήματα και το τηλέφωνο να χορεύει πάνω στο τραπέζι της κουζίνας.... Πήγε αργά προς το μέρος του και απάντησε όσο πιο φυσικά μπορούσε ...
- Δεν με πήρες καθόλου και ανησύχησα, θα σε δω σήμερα? Συγνώμη για χθες αλλά δεν μπορούσα να το αναβάλω...
Η φωνή του ταξίδευε στα καλώδια με θράσος.. Κανόνισαν την ώρα, φαγητό στο σπίτι της....

Μια άλλη γυναίκα ήταν από αυτή που είχε γνωρίσει ο Στέφανος όταν έκλεισε το τηλέφωνο... Σχεδόν χαμογέλασε όταν κατάλαβε την παρουσία της Αναστασίας, της παλιάς, την σχεδόν αδίστακτη, στο κορμί της...
Στεκόταν μπροστά στην ντουλάπα της... μαύρες ζαρτιέρες.... λεπτές κάλτσες.... ψηλές γόβες και κόκκινο φόρεμα. Στενό... σχεδόν ασφυκτικό! Όχι για εκείνη, για τους άλλους...

Ο καθρέπτης είχε στεγνώσει όταν επέστρεψε μπροστά του... Ελαφρό μακιγιάζ, ελεύθερα μαλλιά.. Η τελευταία πινελιά... κόκκινο κραγιόν.. της φωτιάς!
Το κουδούνι χτύπησε αμέσως μόλις έκλεισε το κραγιόν. Κοιτάχθηκε στον καθρέφτη και χαμογέλασε προκλητικά...

Έλα να παίξουμε.... ψιθύρισε!

20 Ιαν 2008

Πάμε Χαβάη παιδιά??? Τι λέτε?

Λοιπόν έλα στη μηχανή ανέβα
πάμε Χαβάη με μία ρόδα
Αν είσαι σπίτι τότε ετοιμάσου για Χαβάη
πάμε κάπου που δεν έχουμε πάει
μόνο μη κάτσουμε άλλο σπίτι
Αν είσαι σπίτι τότε ετοιμάσου για Χαβάη
πάμε κάπου που δεν έχουμε πάει
μόνο μη μείνουμε άλλο σπίτι

Τρέξιμο λογαριασμοί και δουλειά
άγχος, ακρίβεια ,χρέη, δανεικά
πάντοτε συνωστισμός μεσ΄το τραμ
και πάντα εκεί το κινητό χτυπά
να μαγειρέψεις το πρωί
ν΄απλώσεις ότι έχει πλυθεί
να σιδερώσεις,να μαζέψεις,να σκουπίσεις πριν να΄ρθεί
μετά να πάμε στη λαϊκή κι έπειτα ΟΤΕ,νερό ,ΔΕΗ
για να πληρώσω ,give me a break
Αν είσαι σπίτι τότε ετοιμάσου για Χαβάη
πάμε κάπου που δεν έχουμε πάει
μόνο μη κάτσουμε άλλο σπίτι
Αν είσαι σπίτι τότε ετοιμάσου για Χαβάη
πάμε κάπου που δεν έχουμε πάει
μόνο μη μείνουμε άλλο σπίτι

Θέλω βόλτες,ταξίδια,γλυκά,φαγητά
να ξαπλώσουμε μπρούμυτα στην αμμουδιά
θέλω στην παραλία ν΄ανάψω φωτιά
κολύμπι ωρών στα ρηχά ή στα βαθιά
θέλω να μαυρίσω και να μείνω έτσι πάντα
με τον Enrique Iglesias να χορέψω la banda
ν΄αρπάξω το μικρόφωνο από μία μπάντα
και να φωνάξω Θεέ μου

Λοιπόν έλα στη μηχανή ανέβα
πάμε Χαβάη με μία ρόδα

Πήρα θαλάσσιο στρώμα δυο τρία μαγιό ακόμα
μπρατσάκια και πετσέτες μ΄ωραίο χρώμα
άμα θες έχω και βατραχοπέδιλα ακόμα
με 30 δείκτη προστασίας κρέμα για το σώμα
δε ξέρω ακριβώς τι άλλο θα πρέπει να πάρω
αφού έμεινα μ΄άδεια τσέπη
σταματώ και στη τράπεζα να δω αν έχει λεφτά
μα ξέχασα το pin
Θωμά είσαι σπίτι γιατί σε παίρνω και μιλάει
αν τελικά θα πάμε στη Χαβάη
τότε πάρε λεφτά απ΄το σπίτι

17 Ιαν 2008

Χωρίς Χαμόγελο.... 3

Την άλλη μέρα αξημέρωτο ακόμα, η Δώρα σηκώθηκε με κόπο από το κρεβάτι που μοιραζόταν με την Ξανθή. Έπρεπε να αγοράσει ακόμα ένα ντιβάνακι σίγουρα. Τα δυο παμπάλαια που δανείστηκε από την αδελφή της, ίσα ίσα χωρούσαν την ίδια με τα μικρά της. Πριν βγει από το δωμάτιο κοίταξε τα μωρά της να κοιμούνται ακόμα. Έκανε μια βόλτα στο άδειο σπίτι και άνοιξε την μπαλκονόπορτα που έβλεπε στο πάρκο κάτω από το σπίτι. Κάθισε στην άβολη καρέκλα να βάλει σε μιαν τάξη τις σκέψεις τις.

Ο καφές ήταν σχεδόν πολυτέλεια σε ένα σπίτι που ούτε ποτήρια δεν είχε ακόμα. Είπιε λίγο νερό από το μπουκάλι και κοίταξε τα φώτα του πάρκου προσπαθώντας να ξυπνήσει το μυαλό της... δεν είχε ώρα να χαζολογάει.
Πως θα έβρισκε δουλεία?
Γνωστούς δεν είχε στην Αθήνα πέρα από την αδελφή της και ποτέ πριν δεν είχε ψάξει για δουλειά. "Εφημερίδα!!!!" σκέφτηκε και έτρεξε να ρίξει κάτι πάνω της να παει να πάρει μια από το περίπτερο.
Όταν πίσω στο σπίτι την άνοιξε, ξαφνιάστηκε από τον αριθμό των αγγελιών. Αν όλοι αυτοί θέλουν υπαλλήλους τότε σήμερα κάτι θα βρω δεν μπορεί, σκέφτηκε και ξεκίνησε να διαβάζει μία μια τις αγγελίες.

Πότε πέρασαν 6 μέρες μέσα στους δρόμους της Αθήνας, δεν κατάλαβε και ακόμα δουλεία δεν είχε βρει! Δεν το χώραγε το κεφάλι της! " Μα καλά, γυναίκες δεν έχουν στην Αθήνα?" Παραπονιόταν η Δώρα στην Διονυσία πάνω στο μέτρημα των "αφεντικών" που σχεδόν της χίμηξαν κατά την διάρκεια της υποτιθέμενης συνέντευξης. Η Διονυσία γελούσε με το ύφος της και η Δώρα φούντωνε ακόμα περισσότερο!
-Ααα, όλα κι όλα φουλάκι, μάνα είμαι και τέτοια δεν σηκώνω. Ανάγκη, ανάγκη αλλά δεν θα μας πηδήξουμε κιόλας! Άκρη με τα γραφεία και τις εταιρίες δεν με βλέπω να βγάζω. Από την Δευτέρα κοιτάω για παραδουλεύτρα και πάει και τελείωσε! Δεν θα αφήσω τα παιδιά μου να πεινάσουνε...
-Δώρα στάματα και δεν μπορώ να σε ακούω να λες χαζομάρες!!! Τι περίμενες μου λες?? Ένα λύκειο έχεις βγάλει. Σιγά σιγά να συνεχίσεις να ψάχνεις και κάτι θα βρεθεί. Δε μου λες? Η κουμπάρα σου, η Χαρούλα, στην Αθήνα δεν ζει με τον άντρα της?

Η Δώρα σχεδόν πήδηξε από την καρέκλα της. Η Χαρά!! Μα πως δεν το είχε σκεφτεί? Από το νηπιαγωγείο αχώριστες. Λάδι στο παιδί της είχε βάλει, σπουδαγμένη ήταν, χρόνια στην Αθήνα και στα Αρχιτεκτονικά γραφεία, κάτι θα είχε υπ όψιν της. Την Δευτέρα θα πήγαινε να την συναντήσει!


Με κόπο έπεισε τα αδέλφια της να ξαπλώσουν η Ξανθή. Ήταν μεσημέρι και η Δώρα της είχε δείξει πως να το καταλαβαίνει από τους δείκτες του ρολογιού. Της είχε πει ότι το μεσημέρι στην Αθήνα δεν πρέπει να ακούγονται φωνές και έτσι το παιχνίδι είχε αποκλειστεί από το πρόγραμμα. Η μόνη λύση ήταν ο ύπνος για τα αδέλφια της. Η ίδια θα περίμενε την Δώρα, όπου να΄ναι θα φαινόταν. Έφαγε λίγο από το φαΐ που είχε στο φούρνο η Δώρα. Είχε κρυώσει αλλά τι να έκανε? Δεν ήξερε να μεταχειρίζεται τον φούρνο να το ζεστάνει. Ο μικρός ίσα που τσίμπησε λίγο και μετά ούτε με το ζόρι δεν έτρωγε. Έμεινε νηστικός. Κάτι έπρεπε να κάνει να βοηθήσει την μάνα της. Έπρεπε να μάθει να τα χειρίζεται αυτούνα τα περίεργα μηχανήματα και να μάθει να μαγειρεύει να τρώνε ζεστό φαΐ τα παιδιά όσο λείπει η Δώρα. Από την άλλη δεν έφτανε και αυτήν την καταραμένη την κουζίνα.... Πήρε να αδειάζει βιαστικά τα τουβλάκια από το πλαστικό τους κουβαδάκι και να τα βάζει σε μια πλαστική σακούλα. Έτρεξε πίσω στην κουζίνα και τον ακούμπησε κάτω ανάποδα.
Μπράβο μου! Χαμογέλασε ικανοποιημένη, με τα χέρια στην μέση, όπως καθόταν η γιαγιά της όταν καμάρωνε τα λουλούδια του κήπου της, που μόνη της είχε αναστήσει. Τώρα θα φτάνω και την κουζίνα και τον νεροχύτη!

Τράβηξε τα μάτια της από το κουβαδάκι όταν άκουσε κλειδιά στην πόρτα."Μαμά..." ψιθύρισε και όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, για να μην ξυπνήσει τα παιδιά, έτρεξε μέχρι την πόρτα και έριξε το λιγοστό βάρος της πάνω στο ξύλο!

-Ποιος είναι εκεί? ρώτησε παιχνιδιάρικα η Ξανθή
-Η μαμά είμαι Ξανθή μου, χαμογέλασε η Δώρα
-Ψέματα! Η μαμά μου είναι στο δρόμο, ψάχνει για δουλειά και μου έχει πει να μην ανοίγω σε αγνώστους! κρυφογελουσε τώρα η Ξανθή
-Μα η μαμά είμαι... συνέχιζε το παιχνίδι η Δώρα

-Δεν σε πιστεύω!!!! Δείξε μου τα ποδαράκια σου....

16 Ιαν 2008

Προορισμός

Πότε πέρασαν οι μέρες, δεν κατάλαβε....
Μπήκε από τους πρώτους στο αεροπλάνο, ανυπόμονη όπως πάντα. Χαμογελαστή, όπως κάθε φορά που έφερνε τα μάτια του στο μυαλό της...
Οι ώρες της αναμονής και των πτήσεων από το ένα αεροδρόμιο στο άλλο και αυτές πέρασαν γρήγορα..
Μπήκε στο τρένο και μόνο όταν της χάιδεψε τα μαλλιά, κατάλαβε ότι τον είχε μπροστά της, δίπλα της καθισμένο στο ίδιο τρένο με τον ίδιο προορισμό.
Περίεργο συναίσθημα να μοιράζεσαι τον προορισμό σου... ακόμα και όταν πρόκειται για λίγα μόνο χιλιόμετρα.
Είχε ταιριάξει γρήγορα με το περιβάλλον! Ένιωθε ότι μαζί του μπορεί να ήταν οπουδήποτε. Τόσα χρόνια χαμένα... τόσες αγκαλιές, τόσα βλέμματα. Αναστέναξε διώχνοντας το βάρος από πάνω της και ανάλαφρη ξεκίνησε για μέρη που πρώτη φορά θα έβλεπε μαζί του. Προσπάθησε καθ 'όλη την παραμονή της εκεί να μην πιέσει καταστάσεις. Ήταν αποφασισμένη να μην βιαστεί.
Έφτασε η ώρα να φύγει και το μετάνιωσε... είχε πράγματα να πει που ακούγονταν μεγάλα στα άπειρα αυτιά της και δεν τα είπε και τώρα ήταν βαριά η καρδιά της και πάλι... Του έγραψε ότι λυπάται που φεύγει και της απάντησε με μια λέξη "Μείνε...."

Έκλαψε και ετοίμασε την βαλίτσα της... ούτε η ίδια δεν ήξερε γιατί έφευγε αλλά , ήταν μια παράλογη ανάγκη της να φεύγει πάντα... Θα γυρνούσε όμως. Το ήξερε. Δεν ήταν αυτό σαν τα άλλα της ταξίδια.

Εδώ θα κατέληγε , κοντά του!
Το συνειδητοποίησε όταν πια το αεροπλάνο είχε απογειωθεί.. αλλά και πάλι ένιωθε χαρούμενη που έστω και λίγο αργά ήξερε πλέον, με ποιον θα μοιραζόταν τους προορισμούς της....

7 Ιαν 2008

Φαντάσου!

Κλείσε τα μάτια.... Σκέψου την πιο ευτυχισμένη μας στιγμή , την πιο αγαπισιάρικη, αυτή που σου έρχεται πρώτη στο μυαλό όταν με σκέφτεσαι....
Περίγραψε την.....

"Στην παραλία ήταν. Πρωί, δεν είχαμε βουτήξει ακόμα. Πίναμε καφέ και ήμασταν ξαπλωμένοι στην ίδια ξαπλώστρα Είχα ανοίξει τα πόδια μου και είχες ξαπλώσει στην αγκαλιά μου.... Μας πείραζαν οι φίλοι για την διαφορά στο χρώμα μας... Εγώ μελαχρινός και πολύ μαυρισμένος και εσύ άσπρη σαν το γάλα στην αγκαλιά μου. Γύρισες το βλέμμα σου σε μένα και με ύφος πειραχτικό και παραπονιάρικο μου είπες. - Τι λένε μωρό μου...! Δεν πειράζει.... Σ' αγαπώ!!!!! Με φίλησες απαλά και πήγαμε να κολυμπήσουμε..."

Μα που το θυμήθηκες αυτό??? Πάνε χρόνια... Τέλος πάντων! Ας υποθέσουμε ότι χθες κάναμε έρωτα ξανά μετά από τόσους μήνες που έχουμε χωρίσει. Χθες το μεσημέρι συγκεκριμένα. Ήταν καταπληκτικά γιατί είχαμε λείψει ο ένας στον άλλο. Σε κοιτούσα και πάλι στα μάτια και το μεσημέρι μας βρήκε αγκαλιά σε ένα μικρό ξενοδοχείο που πρώτη φορά πήγαμε. Δεν είπαμε τίποτα για το τι θα γίνει από δω και πέρα. Δεν τολμούσαμε... Θα ήταν πιο ανώδυνο να το αφήσουμε έτσι.... χωρίς καμία δέσμευση. κανείς από τους δυο μας δεν θα το άντεχε έτσι κι αλλιώς.. Σιωπηλή συμφωνία λοιπόν! Έφυγες μετά και μένα άρχισε και πάλι η ρουτίνα μου....
Το ίδιο βράδυ, τυχαία τελείως, γνώρισα κάποιον άλλον μετά από πάρα πολύ καιρό.. Έδειξε απίστευτο ενδιαφέρον και ξεχείλιζε ερωτισμό. Καταλήξαμε να πίνουμε το ένα ποτό μετά το άλλο. Με φίλησε κάποια στιγμή , και δεν αντιστάθηκα. Με προκαλούσε συνεχώς και μου άρεσε πολύ. Φεύγοντας από το μαγαζί, χωρίς να το πολυσκεφτώ, δέχθηκα τον παραπάνω ερωτισμό που μου πρόσφερε. Εντάξει βοήθησαν και τα παραπάνω ποτά που λέγαμε. Δεν είχαμε χώρο και τον πήγα στο ξενοδοχείο που ήμασταν το μεσημέρι γιατί απλά αυτό μου ήρθε πρώτο στο μυαλό. Κάναμε ξέφρενο σεξ και το ξημέρωμα ήμουν και πάλι μόνη στο κρεβάτι μου. Σαν να μην έγινε τίποτα απολύτως. Το κατάλαβες?

"Ναι, το φαντάζομαι όπως μου είπες..."

Ωραία! Τώρα ξαναφέρε την πιο καλή σου ανάμνηση από τον καιρό που ήμασταν μαζί στο μυαλό σου και περιέγραψέ την ξανά. Χαρακτήρισε με και πες μου πως νιώθεις τώρα σε σχέση με αυτήν την ανάμνηση....

"Ήταν ψέμα! Όλες οι φορές που μου είπες πως με αγαπάς ήταν ψέμα... όποιος αγαπάει δεν βεβηλώνει τις αισθήσεις του... αγαπάει παντοτινά.. Δεν βιάζει τις στιγμές του, όσο μεθυσμένος και αν είναι... και στο φινάλε, αρκετό από τον καιρό που ήμασταν μαζί ήσουν εθισμένη σε ουσίες... αυτό τι σημαίνει??? Ήσουν μαζί μου συμβατικά? Επειδή απλά ήσουν σε άλλη φάση και δεν είχες τον έλεγχο?... Κάτσε για να καταλάβω.... δηλαδή όλα όσα έλεγες όταν ήσουν "αλλού" να τα διαγράψω? Είναι ψέμματα? Κι αν τα διαγράψω τι μένει? Ίσως τελικά να ήμουν μόνο μία από τις παραισθήσεις σου.... Ζούσα ένα ψέμα ? Αυτό μου λες?
Καλύτερα να φύγω..."

Μη φύγεις... ή μάλλον , φύγε αφού το θες! Να προσέχεις μόνο και να θυμάσαι ότι σ' αγαπώ...

"Ψεύτρα..."

4 Ιαν 2008

Χαΐνηδες

Από μικρή της άρεσε
μες στη κουζίνα μόνη
τις ώρες να σκοτώνει
με τη μαγειρική

και πέφτανε τα δάκρυα
θυμώντας τη ζωή της
και δίναν στο φαΐ της
μια γεύση μαγική.

Κίμινο, μοσχοκάρυδο
και κόκκινο πιπέρι
ποτέ δεν είχε ταίρι
ν' αλλάξει μιαν ευχή

να χαμηλώσεις τη φωτιά
μετά την πρώτη βράση
να γίνοταν η πλάση
ξανά από την αρχή.

Ψιλοκομμένος μαϊντανός
και σκόρδο μια σκελίδα
να φεγγε μιαν ελπίδα
στα μάτια τα μελιά

και προς το τέλος
πρόσθεσε ένα ποτήρι λάδι
να νοιωθε ένα χάδι
μια μέρα στα μαλλιά.

Μια νύχτα έπιασε φωτιά
μέσα στο μαγεριό της
που κανε το φευγιό της
να μοιάζει με γιορτή
τέτοια που γύρω φύτρωσαν
άσπρα του γάμου κρίνα
ολόϊδια με κείνα που είχε ονειρευτεί.

Πόσες καρδιές που γίνανε
αναλαμπή κι αθάλη
μας κάνανε μεγάλη
κάποια μικρή στιγμή
κι αθόρυβα διαβήκανε
απ' της ζωής την άκρη
χωρίς ν' αφήσει δάκρυ
σε μάγουλο γραμμή.


Στίχοι-Μουσική: Μήτσος Αποστολάκης Τραγούδι: Μαρία Κότη