Ήταν απόγευμα όταν τελικά έφτασαν στην Αθήνα.
Τα μικρά παιδιά κοιμόντουσαν και η Ξανθή κοιτούσε γεμάτη θαυμασμό τα μεγάλα κτήρια που αργότερα θα μάθαινε ότι τα λέγανε πολυκατοικίες.
Βγήκαν από τον μεγάλο δρόμο σε ένα πιο μικρό και πάλι μετά σε πιο μικρό. Κατέληξαν σε μια πλατεία γεμάτη φοίνικες, με σπίτια γύρω γύρω.
Η αδελφή τς Δώρας φάνηκε από μια πόρτα και το αυτοκίνητο σταμάτησε για πρώτη φορά. Ή Ξανθή, κατέβηκε από το αυτοκίνητο γρήγορα και έπεσε στην αγκαλιά της.
Αν και η Διονυσία με την Δώρα ήταν αδελφές, δεν έμοιαζαν καθόλου. Η μέρα με την νύχτα. Η Δώρα καστανόξανθη με μεγάλα μπλε μάτια, καμαρωτό σώμα και η Διονυσία μελαχρινή με μαύρα μάτια, από τις γυναίκες που πρέπει να τις κοιτάξεις δύο φορές για να μπορέσεις να βρεις κάτι που την ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες.
Ανέβηκαν στο σπίτι και κάθισαν στο μικρό τραπεζάκι στο μπαλκόνι για να βλέπουν τα παιδιά που έπαιζαν στην πλατεία κάτω από το σπίτι. Κοιτούσαν και οι δύο αμήχανες μια το πάτωμα, μια τα δεντράκια και έψαχναν λέξεις να πούνε. Πρώτη ξεκίνησε η Διονυσία.
- Τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα? Τέσσερα παιδιά δεν είναι αστείο Δώρα.. μη γελιέσαι!
Η Δώρα την κοίταξε στα μάτια και έμεινε σιωπηλή για λίγο. Μετά χαμογέλασε...
- Ούτε εσύ πστεύεις ότι θα τα καταφέρουμε, έτσι δεν είναι?.... Ή μάλλον άσε, μην μου απαντάς. Σε ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου για την βοήθειά σου... Τώρα πρέπει να βρω μια δουλεία ή δύο ή όσες χρειαστεί τέλος πάντων...
Αυτή ήταν η έννοια της από την ώρα που σκέφτηκε το "σχέδιο απόδρασης" όπως το είχε ονομάσει. Η μάνα της και ο πατέρας της έψαχναν μέρος να κρυφτούνε όπως χαρακτηριστικά της είχαν δηλώσει όταν η Δώρα τους ζήτησε λίγα χρήματα για το νέο της ξεκίνημα. Ο Πέτρος την καταλάβαινε σίγουρα αλλά δεν θα της έδινε χρήματα ... σε λίγο καιρό άλλωστε, όλοι θα μάθαιναν για τις "περίεργες δουλειές" που είχε ανοίξει εκμεταλλευόμενος την θέση του στην τράπεζα. Έστω κι αν ο ίδιος δεν είχε παραδεχτεί ποτέ τίποτα, η Δώρα όλα τα είχε καταλάβει. Έβλεπε τα λεφτά που έμπαιναν στο σπίτι τους, τις άδειες που αρνιόταν ο Πέτρος να πάρει από την δουλειά του τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Ω.. σίγουρα κάτι γινόταν! Ευτυχώς που είχε φυλάξει κρυφά κάτι λεφτουδάκια και μπόρεσε να φύγει με τα παιδιά αλλά και αυτά είχε πει ότι ήταν μόνο για μια ανάγκη μεγάλη! Έπρεπε να βρει δουλειά και γρήγορα μάλιστα.
Από τις σκέψεις της την έβγαλε ο σιγανός αναστεναγμός της Διονυσία που τόση ώρα την παρακολουθούσε βουβά.
- Αδελφή, μπορείς αύριο να μείνεις με τα παιδιά για μερικές ώρες? Δεν θα σου δημιουργήσουν πρόβλημα, σίγουρα! Η Ξανθή μπορεί να τα κουμαντάρει αλλά, να, μήπως θέλουν να φάνε κάτι. Αυτό μόνο!
- Η Ξανθή?? Τι λες? Το παιδί θα αφήσεις? Θα τα προσέχω εγώ.... Άκου η Ξανθή τα κουμαντάρει... ας γελάσω!
Η πλατεία γέμισε με τα δυνατά γέλια της Δώρας... " - Να 'σαι καλά φουλάκι! Με έκανες και γέλασα μέσα στις πίκρες μου! Να 'σαι καλά!!"
Όταν ηρέμησε κάπως, κοίταξε το απορημένο ύφος της Διονυσίας
- Αδελφή μη με κοιτάς έτσι! Μάλλον λείπεις πολύ καιρό από το χωριό και δεν την είδες που μεγάλωσε! Η Ξανθή και σένα μπορεί να κουμαντάρει άμα το βάλει στο μυαλό της... θα το δεις και αύριο μόνη σου δεν σου λέω άλλα!
Την σιωπή και πάλι έλυσε η Δώρα...
- Τι διεύθυνση έχει εδώ? Πρέπει να την ξέρω τώρα μήπως χρειαστεί να την δώσω πουθενά. Αύριο μπορεί να βρω δουλειά...
Με δυσπιστία η Διονυσία της απάντησε
- Δεν ξέρω αν θα βρεις αύριο δουλεία, αν και στο εύχομαι δηλαδή! Καραολή 1, Περιστέρι, Νέα Ζωή είναι η διεύθυνση.
Νέα Ζωή χαμογέλασε η Δώρα....
30 Δεκ 2007
28 Δεκ 2007
Μακριά σου πάω...
Έκλεισε την πόρτα βιαστικά , με θόρυβο πίσω της... κατεβαίνοντας γρήγορα τα σκαλιά, άκουσε την φωνή του να προφέρει το όνομα της, άκουσε τα βήματα του να την ακολουθούν..
Διακόσια μέτρα πιο κάτω την πρόλαβε Την έπιασε δυνατά από το μπράτσο και την γύρισε προς το μέρος του. Με το λιγοστό φως του δρόμου διέκρινε τα θυμωμένα μάτια του και έσκυψε το κεφάλι
- Γιατί δεν σηκώνεις το τηλέφωνο , ούρλιαξε σχεδόν
Σιωπή ακολούθησε που κοβόταν με το μαχαίρι και τα μάτια της σταθερά στο δρόμο, στα χαλίκια
Ξεκίνησε κάτι να πει και σταμάτησε...
- Μίλα μου, την ταρακούνησε εκείνος.
- Μ' αγαπάς? τον ρώτησε
- Τι μαλακίες είναι αυτές, ξέσπασε, ναι ρε Ζωή .... σ' αγαπάω γαμώ την πουτάνα μου , κατέληξε.
- Εγώ σε μισώ όμως , είπε και σήκωσε τα μάτια της να τον κοιτάξει.
Ήταν ξαφνιασμένος από την δήλωση... δεν το περίμενε... δεν του το είχε πει ποτέ κανείς... δεν μπορούσε να το χωρέσει το κεφάλι του.
- Αν λοιπόν μ' αγαπάς όπως λες, άσε με! Φύγε από μένα,φύγε από την ζωή μου εξαφανίσου. Σου το είχα πει... θυμάσαι? "Δεν θα το αντέξω αν μας συμβεί κάτι πάλι, θα πέσω από το πιο ψηλό κτήριο" στο είχα πει... θυμάσαι??? Πες με χαζή, αλλά για μένα δεν με πήδηξες μόνο, πήρες κομμάτια μου... πάλι... πήρες κομμάτια της καρδιάς μου το καταλαβαίνεις?? Γι αυτό σου λέω, φύγε... άσε με!
- Που πας? την ρώτησε φανερά χαμένος ακόμα
- Που πάω? γέλασε δυνατά... Μακριά σου πάω...
Διακόσια μέτρα πιο κάτω την πρόλαβε Την έπιασε δυνατά από το μπράτσο και την γύρισε προς το μέρος του. Με το λιγοστό φως του δρόμου διέκρινε τα θυμωμένα μάτια του και έσκυψε το κεφάλι
- Γιατί δεν σηκώνεις το τηλέφωνο , ούρλιαξε σχεδόν
Σιωπή ακολούθησε που κοβόταν με το μαχαίρι και τα μάτια της σταθερά στο δρόμο, στα χαλίκια
Ξεκίνησε κάτι να πει και σταμάτησε...
- Μίλα μου, την ταρακούνησε εκείνος.
- Μ' αγαπάς? τον ρώτησε
- Τι μαλακίες είναι αυτές, ξέσπασε, ναι ρε Ζωή .... σ' αγαπάω γαμώ την πουτάνα μου , κατέληξε.
- Εγώ σε μισώ όμως , είπε και σήκωσε τα μάτια της να τον κοιτάξει.
Ήταν ξαφνιασμένος από την δήλωση... δεν το περίμενε... δεν του το είχε πει ποτέ κανείς... δεν μπορούσε να το χωρέσει το κεφάλι του.
- Αν λοιπόν μ' αγαπάς όπως λες, άσε με! Φύγε από μένα,φύγε από την ζωή μου εξαφανίσου. Σου το είχα πει... θυμάσαι? "Δεν θα το αντέξω αν μας συμβεί κάτι πάλι, θα πέσω από το πιο ψηλό κτήριο" στο είχα πει... θυμάσαι??? Πες με χαζή, αλλά για μένα δεν με πήδηξες μόνο, πήρες κομμάτια μου... πάλι... πήρες κομμάτια της καρδιάς μου το καταλαβαίνεις?? Γι αυτό σου λέω, φύγε... άσε με!
- Που πας? την ρώτησε φανερά χαμένος ακόμα
- Που πάω? γέλασε δυνατά... Μακριά σου πάω...
Απο που πάνε για την άνοιξη?!?!
Κουρέλι νιώθω την μια στιγμή και την άλλη φωτιά....
Ανάμεσα στο σίγουρο παρελθόν και στο πολλά υποσχόμενο μέλλον πρέπει να διαλέξω. Θα με ρωτήσεις γιατί και θα σου απαντήσω "γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς".
Τώρα είναι η ώρα ... το νιώθω, το πιστεύω
Περίεργος χειμώνας φέτος, άγαρμπος, μπερδεμένος και αυτός σαν την καρδιά μου...
Έχεις λοιπόν να κάνεις μια επιλογή από αυτές τις δύσκολες που δεν έχουν πισωγυρίσματα και που θα τις θυμάσαι για πάντα. Και μετά κενό..
Βάζεις κάτω τα υπέρ και τα κατά και πάλι άκρη δεν βγάζεις. Άλλο σου λέει το μυαλό σου και άλλο - αυτό που σε έχουν μάθει να αποκαλείς -καρδία σου. Και είσαι στη μέση τώρα και την παλεύεις δεν την παλεύεις...
Ποιον να ακούσεις? Ποια επιλογή θα πονέσει λιγότερο φτάνεις να αναρωτιέσαι ... και ξενερώνεις και το αναβάλεις πάλι... πάλι ο χρόνος θα βγάλει το φίδι από την τρύπα....
Ξεφτίλα ρε φίλε!!!
Ανάμεσα στο σίγουρο παρελθόν και στο πολλά υποσχόμενο μέλλον πρέπει να διαλέξω. Θα με ρωτήσεις γιατί και θα σου απαντήσω "γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς".
Τώρα είναι η ώρα ... το νιώθω, το πιστεύω
Περίεργος χειμώνας φέτος, άγαρμπος, μπερδεμένος και αυτός σαν την καρδιά μου...
Έχεις λοιπόν να κάνεις μια επιλογή από αυτές τις δύσκολες που δεν έχουν πισωγυρίσματα και που θα τις θυμάσαι για πάντα. Και μετά κενό..
Βάζεις κάτω τα υπέρ και τα κατά και πάλι άκρη δεν βγάζεις. Άλλο σου λέει το μυαλό σου και άλλο - αυτό που σε έχουν μάθει να αποκαλείς -καρδία σου. Και είσαι στη μέση τώρα και την παλεύεις δεν την παλεύεις...
Ποιον να ακούσεις? Ποια επιλογή θα πονέσει λιγότερο φτάνεις να αναρωτιέσαι ... και ξενερώνεις και το αναβάλεις πάλι... πάλι ο χρόνος θα βγάλει το φίδι από την τρύπα....
Ξεφτίλα ρε φίλε!!!
27 Δεκ 2007
Μετανιώνεις?
Κάθε λάθος που κάνω με μαθαίνει κάτι για μένα η για τα πρόσωπα που αγαπώ
Γυρνάει τούμπα την ψυχολογία μου και ανακατεύει την προσωπικότητά μου. Μου γελάει και με ειρωνεύεται από μακριά με κοιτάει στα μάτια και περιμένει να πω ''παραδίνομαι''.
Περιμένει να ξεχάσω,να το ξανακάνω και να ξαναγελάσει μαζί μου. Και εγώ δεν μιλάω...το κοιτάω στα μάτια,από όλες τις πιθανές οπτικές γωνίες, το επεξεργάζομαι. Tο πλησιάζω και το χαϊδεύω..είναι δικό μου...ψάχνομαι με τον εαυτό μου και κλαίω και γελάω και φωνάζω και το παίρνω μαζί μου από το χέρι....
Όσο με θυμάμαι πάντα περπατούσα κρατώντας ένα λάθος από το χέρι μέχρι κάποιο άλλο να πάρει την θέση του.
Όσο με θυμάμαι πότε δεν ξαναείδα κανένα.. Γιατί όπως λέει η Τζένη τα λάθη είναι καλή παρέα.... σε μαθαίνουν, σε κρατάνε αγκαλιά σε αφήνουν να βλέπεις και να κρίνεις μέσα από αυτά αλλά μία φορά είναι αρκετή .Μετά σε τρώνε λίγο λίγο σε πονάνε.....
Να μετανιώσω???γιατί? Πέρασα καλά και άσχημα...εγώ!!!Με πόνεσαν και δεν θέλω να τα ξαναδώ μπροστά μου. Με έμαθαν και με παραπλάνησαν και μου φώναζαν εις το επανειδειν κάθε φορά...Πότε τα ίδια φώναζα εγώ και ήταν σειρά μου να χαμογελάσω....!
Κακό σε άνθρωπο μην κάνεις ποτέ... Αυτό είναι το μόνο για το οποίο οφείλεις να μετανιώσεις Το οφείλεις σε σένα,στα άλλα λάθη που προσπάθησαν κάτι να σου μάθουν,στα μάτια σου το οφείλεις που έκαιγαν και στην ψυχή σου....
Γυρνάει τούμπα την ψυχολογία μου και ανακατεύει την προσωπικότητά μου. Μου γελάει και με ειρωνεύεται από μακριά με κοιτάει στα μάτια και περιμένει να πω ''παραδίνομαι''.
Περιμένει να ξεχάσω,να το ξανακάνω και να ξαναγελάσει μαζί μου. Και εγώ δεν μιλάω...το κοιτάω στα μάτια,από όλες τις πιθανές οπτικές γωνίες, το επεξεργάζομαι. Tο πλησιάζω και το χαϊδεύω..είναι δικό μου...ψάχνομαι με τον εαυτό μου και κλαίω και γελάω και φωνάζω και το παίρνω μαζί μου από το χέρι....
Όσο με θυμάμαι πάντα περπατούσα κρατώντας ένα λάθος από το χέρι μέχρι κάποιο άλλο να πάρει την θέση του.
Όσο με θυμάμαι πότε δεν ξαναείδα κανένα.. Γιατί όπως λέει η Τζένη τα λάθη είναι καλή παρέα.... σε μαθαίνουν, σε κρατάνε αγκαλιά σε αφήνουν να βλέπεις και να κρίνεις μέσα από αυτά αλλά μία φορά είναι αρκετή .Μετά σε τρώνε λίγο λίγο σε πονάνε.....
Να μετανιώσω???γιατί? Πέρασα καλά και άσχημα...εγώ!!!Με πόνεσαν και δεν θέλω να τα ξαναδώ μπροστά μου. Με έμαθαν και με παραπλάνησαν και μου φώναζαν εις το επανειδειν κάθε φορά...Πότε τα ίδια φώναζα εγώ και ήταν σειρά μου να χαμογελάσω....!
Κακό σε άνθρωπο μην κάνεις ποτέ... Αυτό είναι το μόνο για το οποίο οφείλεις να μετανιώσεις Το οφείλεις σε σένα,στα άλλα λάθη που προσπάθησαν κάτι να σου μάθουν,στα μάτια σου το οφείλεις που έκαιγαν και στην ψυχή σου....
24 Δεκ 2007
Χριστούγεννα αύριο!!!!
Ακόμα στη δουλειά και εγώ και η οικογένεια μου... τελικά μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι ευχαριστιούνται Χριστούγεννα!! Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι και τα παιδιά
Στο χωριό είναι αλλιώς... Λέγαμε τα κάλαντα τέτοια μέρα. Φορούσαμε τα καλά μας, πίναμε το ζεστό γάλα με κακάο που μας ετοίμαζε η γιαγιά και συναντιόμασταν τα ξαδέλφια (16 παρακαλώ πολύ!! είμαστε μεγάλο σόι τι να κάνουμε...!) κατά τις επτά το πρωί να ... μαζεύουμε το δρόμο!!
Παίρναμε σβάρνα τους συγγενείς και δώστου τα πεντακοσάρικα.... μιλάμε για λεφτά όχι αστεία. Σαν μπάντα είμασταν τα πιτσιρίκια!
Κατά τις δέκα, και αφού τα είχαμε πει σε όλους τους συγγενείς και γείτονες (είπαμε... χωριό) γυρνάγαμε στο σπίτι της γιαγιάς και κάναμε τη μοιρασιά, τρώγοντας ταυτόχρονα μελομακάρονα (μούρλια τα μελομακάρονα της γιαγιάς!). Είχαμε και ποσοστά... (αμ πώς!) οι μεγαλύτεροι παίρνανε καλύτερο μερίδιο γιατί είχανε περισσότερες ανάγκες (όπου ανάγκες ακριβά παιχνίδια) ενώ τα μικρά τι θέλανε? καμιά τσίχλα και ήταν ευχαριστημένα.. αν εξαιρέσουμε τους πονόκοιλους από την κατάχρηση ζαχαρωτών!
Με τούτα και με εκείνα, έφτανε μεσημέρι και ώρα φαγητού ξέχναγαν τα μικρά πως τους κλέψαμε κανονικά (ναι... δική μου ιδέα ήταν τα ποσοστά από τα κάλαντα!) και εμείς τρίβαμε τα χέρια μας!!
Ανήμερα τα Χριστούγεννα ,το μόνο που θυμάμαι ήταν ο κόκορας μακαρονάδα που έφτιαχνε η γιαγιά με μπόλικη μυζήθρα... Τρώγαμε οικογενειακώς εκείνη την μέρα και η κακομοίρα η γιαγιά δεν είχε κατσαρολικό να χωρέσει τους 6 κόκορες που είχε σφάξει και τα 5 κιλά μακαρόνια και έτσι μαγείρευε σε τέσσερις μεγάλες κατσαρόλες ταυτόχρονα!! Τα μακαρόνια τα έβραζαν οι νύφες και οι κόρες από τα σπίτια τους και τα φέρνανε πεσκέσι... Δίναμε και ένα κατσικάκι με πατάτες στο φούρναρη της γειτονιάς να μας το ψήσει και πεθαίναμε στο φαΐ οικογενειακώς πάντα!!!
Τα καλά λεφτά πάντως ήταν το βράδυ της αλλαγής του χρόνου που πριν από το χαρτάκι και μετά το φαΐ, είχαμε τον μποναμά!! Στρογγυλοκαθόμασταν που λες οικογενειακώς(πάντα) σε ένα τραπέζι - ελικοδρόμιο που είχε η γιαγιά για τέτοιες περιπτώσεις και ξεκίναγε ο παππούς πρώτος (καθότι μεγαλύτερος) και μοίραζε πεντακοσάρικα!! Ένα στον καθένα.. το χαρτζιλίκι - αφετηρία για την νέα χρονιά. Η γιαγιά μετά πάντα έδινε δύο κατοστάρικα. Μετά τα παιδιά τους - γονείς μας ξεκινούσαν το μοίρασμα άλλοι με κατοστάρικα σκέτο άλλοι με πενηνταράκια (ειμασταν πολλά άτομα μάνα μου... δεν έβγαιναν οι Χριστιανοί!) Σε μας τα πιτσιρίκια είχε χαλάσει ο παππούς από το πρωί ένα κατοστάρικο σε δραχμές που έπαιρνε από την τράπεζα και έτσι κάναμε και εμείς το κέφι μας δίνοντας χαρτζιλίκι στους παππούδες, γονείς, θείους, ξαδέλφια... τι άλλο... από μια δραχμούλα στον καθένα!!!
Κάπως έτσι λοιπόν περνούσαν οι γιορτές και σιγά σιγά το διαλάγαμε γιατί (δεν ξέρω αν το έχει και το δικό σας σόι) είμασταν μοιρασμένοι σε όλη την Ελλάδα και συναντιόμασταν Χριστούγεννα Πάσχα, σε γάμους και Βαφτίσεις μόνο και πάντα με κέντρο το τεράστιο σπίτι της γιαγιάς.. πως χωρούσαμε μην ρωτάς!!! Τα πιτσιρίκια να φανταστείς, κάναμε κατάληψη στο σαλόνι της με στρωματσάδα!
Αρκετά χρόνια μετά σταματήσαμε τις πολλές πολλές συναντήσεις γιατί μεγαλώσαμε και πλέον όλοι είχαμε ή γκομενικά ή διάβασμα ή δουλειά....
Και τι δεν θα έδινα ρε γαμώτο για ακόμα μια τέτοια Πρωτοχρονιά! Τελευταία φορά συναντηθήκαμε όλοι μαζί ήταν πριν από δυο χρόνια περίπου που έφυγε ο παππούς... Καθόμασταν στην αυλή τα ξαδέλφια και μια κλαίγαμε για το γεγονός και μία γελάγαμε με τις τρελές ατάκες που πέταγε ο παππούς τα Χριστούγεννα και τα καλοκαίρια που περνούσαμε στο σπίτι του....
Ας μην σας πω όμως άλλα μελό....
Καλά Χριστούγεννα με αγάπη και ευτυχία σε όλους....
Στο χωριό είναι αλλιώς... Λέγαμε τα κάλαντα τέτοια μέρα. Φορούσαμε τα καλά μας, πίναμε το ζεστό γάλα με κακάο που μας ετοίμαζε η γιαγιά και συναντιόμασταν τα ξαδέλφια (16 παρακαλώ πολύ!! είμαστε μεγάλο σόι τι να κάνουμε...!) κατά τις επτά το πρωί να ... μαζεύουμε το δρόμο!!
Παίρναμε σβάρνα τους συγγενείς και δώστου τα πεντακοσάρικα.... μιλάμε για λεφτά όχι αστεία. Σαν μπάντα είμασταν τα πιτσιρίκια!
Κατά τις δέκα, και αφού τα είχαμε πει σε όλους τους συγγενείς και γείτονες (είπαμε... χωριό) γυρνάγαμε στο σπίτι της γιαγιάς και κάναμε τη μοιρασιά, τρώγοντας ταυτόχρονα μελομακάρονα (μούρλια τα μελομακάρονα της γιαγιάς!). Είχαμε και ποσοστά... (αμ πώς!) οι μεγαλύτεροι παίρνανε καλύτερο μερίδιο γιατί είχανε περισσότερες ανάγκες (όπου ανάγκες ακριβά παιχνίδια) ενώ τα μικρά τι θέλανε? καμιά τσίχλα και ήταν ευχαριστημένα.. αν εξαιρέσουμε τους πονόκοιλους από την κατάχρηση ζαχαρωτών!
Με τούτα και με εκείνα, έφτανε μεσημέρι και ώρα φαγητού ξέχναγαν τα μικρά πως τους κλέψαμε κανονικά (ναι... δική μου ιδέα ήταν τα ποσοστά από τα κάλαντα!) και εμείς τρίβαμε τα χέρια μας!!
Ανήμερα τα Χριστούγεννα ,το μόνο που θυμάμαι ήταν ο κόκορας μακαρονάδα που έφτιαχνε η γιαγιά με μπόλικη μυζήθρα... Τρώγαμε οικογενειακώς εκείνη την μέρα και η κακομοίρα η γιαγιά δεν είχε κατσαρολικό να χωρέσει τους 6 κόκορες που είχε σφάξει και τα 5 κιλά μακαρόνια και έτσι μαγείρευε σε τέσσερις μεγάλες κατσαρόλες ταυτόχρονα!! Τα μακαρόνια τα έβραζαν οι νύφες και οι κόρες από τα σπίτια τους και τα φέρνανε πεσκέσι... Δίναμε και ένα κατσικάκι με πατάτες στο φούρναρη της γειτονιάς να μας το ψήσει και πεθαίναμε στο φαΐ οικογενειακώς πάντα!!!
Τα καλά λεφτά πάντως ήταν το βράδυ της αλλαγής του χρόνου που πριν από το χαρτάκι και μετά το φαΐ, είχαμε τον μποναμά!! Στρογγυλοκαθόμασταν που λες οικογενειακώς(πάντα) σε ένα τραπέζι - ελικοδρόμιο που είχε η γιαγιά για τέτοιες περιπτώσεις και ξεκίναγε ο παππούς πρώτος (καθότι μεγαλύτερος) και μοίραζε πεντακοσάρικα!! Ένα στον καθένα.. το χαρτζιλίκι - αφετηρία για την νέα χρονιά. Η γιαγιά μετά πάντα έδινε δύο κατοστάρικα. Μετά τα παιδιά τους - γονείς μας ξεκινούσαν το μοίρασμα άλλοι με κατοστάρικα σκέτο άλλοι με πενηνταράκια (ειμασταν πολλά άτομα μάνα μου... δεν έβγαιναν οι Χριστιανοί!) Σε μας τα πιτσιρίκια είχε χαλάσει ο παππούς από το πρωί ένα κατοστάρικο σε δραχμές που έπαιρνε από την τράπεζα και έτσι κάναμε και εμείς το κέφι μας δίνοντας χαρτζιλίκι στους παππούδες, γονείς, θείους, ξαδέλφια... τι άλλο... από μια δραχμούλα στον καθένα!!!
Κάπως έτσι λοιπόν περνούσαν οι γιορτές και σιγά σιγά το διαλάγαμε γιατί (δεν ξέρω αν το έχει και το δικό σας σόι) είμασταν μοιρασμένοι σε όλη την Ελλάδα και συναντιόμασταν Χριστούγεννα Πάσχα, σε γάμους και Βαφτίσεις μόνο και πάντα με κέντρο το τεράστιο σπίτι της γιαγιάς.. πως χωρούσαμε μην ρωτάς!!! Τα πιτσιρίκια να φανταστείς, κάναμε κατάληψη στο σαλόνι της με στρωματσάδα!
Αρκετά χρόνια μετά σταματήσαμε τις πολλές πολλές συναντήσεις γιατί μεγαλώσαμε και πλέον όλοι είχαμε ή γκομενικά ή διάβασμα ή δουλειά....
Και τι δεν θα έδινα ρε γαμώτο για ακόμα μια τέτοια Πρωτοχρονιά! Τελευταία φορά συναντηθήκαμε όλοι μαζί ήταν πριν από δυο χρόνια περίπου που έφυγε ο παππούς... Καθόμασταν στην αυλή τα ξαδέλφια και μια κλαίγαμε για το γεγονός και μία γελάγαμε με τις τρελές ατάκες που πέταγε ο παππούς τα Χριστούγεννα και τα καλοκαίρια που περνούσαμε στο σπίτι του....
Ας μην σας πω όμως άλλα μελό....
Καλά Χριστούγεννα με αγάπη και ευτυχία σε όλους....
21 Δεκ 2007
My name is Luca!
Παει και αυτή η εβδομάδα... Γρήγορα πέρασε δεν νομίζεις?
Ο χρόνος απλά περνάει ... οι εσωτερικές αναζητήσεις σου θα τον κάνουν να σταματήσει? Ξύπνα μικρή!!! Ξεχνάς να ζεις και φοβάμαι για σένα.. Ξεχνάς να γελάς με τα αστεία και αυτό δεν είναι καλό... η τουλάχιστον δεν είσαι εσύ...
Ο χρόνος απλά περνάει ... οι εσωτερικές αναζητήσεις σου θα τον κάνουν να σταματήσει? Ξύπνα μικρή!!! Ξεχνάς να ζεις και φοβάμαι για σένα.. Ξεχνάς να γελάς με τα αστεία και αυτό δεν είναι καλό... η τουλάχιστον δεν είσαι εσύ...
19 Δεκ 2007
Χωρίς χαμόγελο....
Ξανθή τη λέγανε και της ταίριαζε πολύ...
Ξανθιά και αυτή με μεγάλα μάτια, κατηφορικά , που έμοιαζαν από την γέννα της θλιμμένα όταν απλά, δεν χαμογελούσε. Λευκή και αφράτη, σαν τα στρωσίδια που ετοίμαζε η μάνα της κάθε πρωί στην κούνια της.
Με τραγούδια και γέλια μεγάλωσε κοντά στους συγγενείς και κρυφά, με κλάμα και λυγμούς όταν έμενε μόνη με τη μανα της. Ήταν οι ώρες που περνούσαν μαζί, οι βρεγμένες με χίλια χρώματα δακρύων που έμελλε να τις δέσουν γερά τις δυο τους με διάφανα σχοινιά.
Τον πατέρα της δεν τον έβλεπε σχεδόν καθόλου, κι όταν εκείνος άνοιγε την πόρτα του σπιτιού τους , ενώ εκείνη έπαιζε ανέμελα στο σαλόνι τους, έτρεχε και κρυβόταν στα φουστάνια της μάνας της και μόνο μετά από το καθησυχαστικό της βλέμμα τον πλησίαζε. Δεν τον γνώριζε. Μπορεί επειδή δεν την άφηνε ο ίδιος μπορεί γιατί όπως ήρθαν τελικά τα πράγματα να ήταν καλύτερα να μην τον μάθει ποτέ της.... Ένα ήξερε και αυτό από την μάνα της... είναι καλός άνθρωπος....
Τις μέρες που δεν είχε σχολείο, την έστελνε η μάνα της για θελήματα. Φορούσε τα ρουχαλάκια της καθαρά, προσεγμένα. Φορούσε και τον μεγάλο φιόγκο στα μαλλιά και περνούσε πρώτα να αγοράσει τι ήτανε που της είχε πει η μάνα της , και μετά από το περίπτερο του κυρ Σπύρου. Του έδινε 5 δραχμές και της έδινε πέντε μεγάλες τσίχλες.. έτσι ήταν η συμφωνία.
Στο δρόμο την χαιρετούσαν όλοι. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι ήταν συγγενείς... χωριό βλέπεις....
Ένα κοριτσάκι που γέλαγε συνέχεια. Έλεγε ευχαριστώ με την πρώτη ευκαιρία και πρόσεχε να μην λερώσει τα ρουχαλάκια της όσο κρατούσε το παιχνίδι.... και είχε πολύ παιχνίδι στο χωριό της Ξανθής!! Ζωντανό χωριό....
Πριν καλά καλά κλείσει τα πέντε της χρόνια, η Ξανθή είχε τρία ακόμα αδελφάκια. Περίεργο.... πάλι μόνο μαζί της έκλαιγε η μάνα της... και εκείνη , παιδάκι καθώς ήταν της χάιδευε τα μαλλιά και της ζητούσε να της πει τι την απασχολούσε.... Και η Δώρα της τα λεγε γιατί και αυτή παιδί ήτανε και δεν ήξερε.... να ξελαφρώσει ήθελε... ήταν μόνο 24 χρονών και το κοριτσάκι της κόντευε 6....
Της έλεγε που πήγαινε σχολείο και που την χτύπαγε η μάνα της και που αγάπησε πολύ κάποιο αγόρι και που ο πατέρας της, το απαγόρευσε και ήθελε να την πάντρεψει γρήγορα, όσο μπορούσε ακόμα να την κάνει καλά... γιατί μπορεί να φαινόταν αδύναμη η Δώρα στους πολλούς, αλλά ο πατέρας της έβλεπε την φλόγα στα μάτια και φοβόταν πως αν δεν την παντρέψει γρήγορα,φωτιά θα βάλει στο σπίτι του....
Και την πάντρεψε, τυχερή μέσα στην ατυχία της, με άνθρωπο καλό, που όμως και εκείνος πριν αγάπαγε μιαν κοπέλα και όπως ο πατέρας της Δώρας, έτσι και η μάνα του Πέτρου, τον πάντρεψε με κάποια άλλη που αυτή θεωρούσε κατάλληλη...
"Από δυο πληγές ανοιχτές γεννήθηκες" έλεγε η Δώρα στην Ξανθή και έτσι ήταν. Φωνές και ζόρια δεν είχε το σπίτι τους... οι φωνές θέλουν συναίσθημα και ανάμεσα στο ζευγάρι το μόνο που υπήρχε ήταν συμβιβασμός και μουγκή κατανόηση...
Έτσι μεγάλωσε η Ξανθή. Δίπλα στην θάλασσα, δίπλα στα βουνά, ανάμεσα δηλαδή. Και έτσι έμαθε να ζει, ανάμεσα σε τύχη και κακοτυχία, φωνή και ησυχία, αγάπη και συμβιβασμό...
Ανάμεσα σε αυτό που αισθανόταν και σε αυτό που θα άφηνε τους άλλους να καταλάβουν γιατί της το 'χε πει πολλές φορές η Δώρα "ότι καταφέρεις, θα το καταφέρεις μόνη σου. Δεν θα τρέξει κανείς να σε βοηθήσει και να μη περιμένεις"
Κάποια στιγμή γύρω στα εφτά της συνειδητοποίησε ότι η μάνα της δεν κλαίει μαζί της πια... κάτι δεν πήγαινε καλά... ήταν μωρό όμως και οι φίλοι της χτυπούσαν το κουδούνι.
Κόσμος πολύς στο σπίτι της πήγαινε τον τελευταίο καιρό και η μανά της κλεισμένη στις σκέψεις της και στην μαγειρική της.... Άρχισαν να λείπουν τα ρούχα που η Ξανθή ζητούσε να φορέσει στο σχολείο. Η Δώρα της φόραγε άλλα και την αγρίευε ότι δεν έχει καιρό να τσακωθεί μαζί της τώρα
Κάθε μέρα του καλοκαιριού την περνούσαν στην θάλασσα οι πέντε τους. Η Δώρα με τα παιδιά. Έλειπαν όσο το δυνατό περισσότερες ώρες από το σπίτι, ώσπου μια μέρα αντί να φορέσει το μαγιό της το πρωί η Ξανθή, η Δώρα την έντυσε κανονικά όπως και τα αδέλφια της. Έφτιαξε μια μεγάλη τσάντα με πράγματα και έβαλε τα μικρά παιδιά στο αυτοκίνητο. Η Ξανθή δεν μπορούσε να καταλάβει τίποτα αλλά ένιωθε την ανησυχία
περίμενε στην είσοδο του σπιτιού την σειρά της να μπει στο αυτοκίνητο. Πάντα έμπαινε τελευταία για να κάτσει δίπλα στο παράθυρο και να προσέχει τα αδέλφια της.
Η Δώρα μπήκε στην είσοδο και κοίταξε το απορημένο βλέμμα της Ξανθής. Δεν χαμογελούσε και από μόνο του αυτό έκανε το παιδί να μοιάζει λυπημένο.
Έκατσε στα γόνατα να φτιάξει τα ρούχα της Ξανθής και δεν την κοιτούσε, κοιτούσε κάτω όταν άκουσε την φωνή της. "Που πάμε μαμά?"
Όταν τα μάτια τους συναντήθηκαν, η Δώρα έμοιαζε με ζωντανή πυρκαγιά ολόκληρη.
"Μωρό μου φεύγουμε, και κανείς δεν ξέρει που θα πάμε... θα παίξουμε ένα παιχνίδι. Από δω και πέρα εγώ θα είμαι ο μπαμπάς και εσύ η μαμά και θα προσέχουμε τα μωράκια μας στην Αθήνα. Πρέπει να με βοηθήσεις γιατί κανείς άλλος δεν δέχτηκε... είμαστε οι πέντε μας, θα το κάνεις?"
"Θα είμαστε χαρούμενοι εκεί που θα πάμε μαμά?... ή μάλλον μην μου πεις. Θα είμαστε το ξέρω....."
Δάκρυσε η Δώρα, την πήρε αγκαλιά και την έβαλε και αυτή στο αυτοκίνητο. Πήρε βαθιά ανάσα και ξεκίνησε πρώτη φορά μόνη της για την Αθήνα.
Το σπίτι, η προίκα της, είχε ξενοικιαστεί αλλά δεν είχε έπιπλα χαλιά και ρούχα τα είχε φυγαδέψει σιγά σιγά για την Αθήνα.... πέντε μήνες το σχεδιάζει και τώρα όλα είναι έτοιμα!
"Ξεκινάμε μωρά μου.....?"
Συνεχίζεται...
Ξανθιά και αυτή με μεγάλα μάτια, κατηφορικά , που έμοιαζαν από την γέννα της θλιμμένα όταν απλά, δεν χαμογελούσε. Λευκή και αφράτη, σαν τα στρωσίδια που ετοίμαζε η μάνα της κάθε πρωί στην κούνια της.
Με τραγούδια και γέλια μεγάλωσε κοντά στους συγγενείς και κρυφά, με κλάμα και λυγμούς όταν έμενε μόνη με τη μανα της. Ήταν οι ώρες που περνούσαν μαζί, οι βρεγμένες με χίλια χρώματα δακρύων που έμελλε να τις δέσουν γερά τις δυο τους με διάφανα σχοινιά.
Τον πατέρα της δεν τον έβλεπε σχεδόν καθόλου, κι όταν εκείνος άνοιγε την πόρτα του σπιτιού τους , ενώ εκείνη έπαιζε ανέμελα στο σαλόνι τους, έτρεχε και κρυβόταν στα φουστάνια της μάνας της και μόνο μετά από το καθησυχαστικό της βλέμμα τον πλησίαζε. Δεν τον γνώριζε. Μπορεί επειδή δεν την άφηνε ο ίδιος μπορεί γιατί όπως ήρθαν τελικά τα πράγματα να ήταν καλύτερα να μην τον μάθει ποτέ της.... Ένα ήξερε και αυτό από την μάνα της... είναι καλός άνθρωπος....
Τις μέρες που δεν είχε σχολείο, την έστελνε η μάνα της για θελήματα. Φορούσε τα ρουχαλάκια της καθαρά, προσεγμένα. Φορούσε και τον μεγάλο φιόγκο στα μαλλιά και περνούσε πρώτα να αγοράσει τι ήτανε που της είχε πει η μάνα της , και μετά από το περίπτερο του κυρ Σπύρου. Του έδινε 5 δραχμές και της έδινε πέντε μεγάλες τσίχλες.. έτσι ήταν η συμφωνία.
Στο δρόμο την χαιρετούσαν όλοι. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι ήταν συγγενείς... χωριό βλέπεις....
Ένα κοριτσάκι που γέλαγε συνέχεια. Έλεγε ευχαριστώ με την πρώτη ευκαιρία και πρόσεχε να μην λερώσει τα ρουχαλάκια της όσο κρατούσε το παιχνίδι.... και είχε πολύ παιχνίδι στο χωριό της Ξανθής!! Ζωντανό χωριό....
Πριν καλά καλά κλείσει τα πέντε της χρόνια, η Ξανθή είχε τρία ακόμα αδελφάκια. Περίεργο.... πάλι μόνο μαζί της έκλαιγε η μάνα της... και εκείνη , παιδάκι καθώς ήταν της χάιδευε τα μαλλιά και της ζητούσε να της πει τι την απασχολούσε.... Και η Δώρα της τα λεγε γιατί και αυτή παιδί ήτανε και δεν ήξερε.... να ξελαφρώσει ήθελε... ήταν μόνο 24 χρονών και το κοριτσάκι της κόντευε 6....
Της έλεγε που πήγαινε σχολείο και που την χτύπαγε η μάνα της και που αγάπησε πολύ κάποιο αγόρι και που ο πατέρας της, το απαγόρευσε και ήθελε να την πάντρεψει γρήγορα, όσο μπορούσε ακόμα να την κάνει καλά... γιατί μπορεί να φαινόταν αδύναμη η Δώρα στους πολλούς, αλλά ο πατέρας της έβλεπε την φλόγα στα μάτια και φοβόταν πως αν δεν την παντρέψει γρήγορα,φωτιά θα βάλει στο σπίτι του....
Και την πάντρεψε, τυχερή μέσα στην ατυχία της, με άνθρωπο καλό, που όμως και εκείνος πριν αγάπαγε μιαν κοπέλα και όπως ο πατέρας της Δώρας, έτσι και η μάνα του Πέτρου, τον πάντρεψε με κάποια άλλη που αυτή θεωρούσε κατάλληλη...
"Από δυο πληγές ανοιχτές γεννήθηκες" έλεγε η Δώρα στην Ξανθή και έτσι ήταν. Φωνές και ζόρια δεν είχε το σπίτι τους... οι φωνές θέλουν συναίσθημα και ανάμεσα στο ζευγάρι το μόνο που υπήρχε ήταν συμβιβασμός και μουγκή κατανόηση...
Έτσι μεγάλωσε η Ξανθή. Δίπλα στην θάλασσα, δίπλα στα βουνά, ανάμεσα δηλαδή. Και έτσι έμαθε να ζει, ανάμεσα σε τύχη και κακοτυχία, φωνή και ησυχία, αγάπη και συμβιβασμό...
Ανάμεσα σε αυτό που αισθανόταν και σε αυτό που θα άφηνε τους άλλους να καταλάβουν γιατί της το 'χε πει πολλές φορές η Δώρα "ότι καταφέρεις, θα το καταφέρεις μόνη σου. Δεν θα τρέξει κανείς να σε βοηθήσει και να μη περιμένεις"
Κάποια στιγμή γύρω στα εφτά της συνειδητοποίησε ότι η μάνα της δεν κλαίει μαζί της πια... κάτι δεν πήγαινε καλά... ήταν μωρό όμως και οι φίλοι της χτυπούσαν το κουδούνι.
Κόσμος πολύς στο σπίτι της πήγαινε τον τελευταίο καιρό και η μανά της κλεισμένη στις σκέψεις της και στην μαγειρική της.... Άρχισαν να λείπουν τα ρούχα που η Ξανθή ζητούσε να φορέσει στο σχολείο. Η Δώρα της φόραγε άλλα και την αγρίευε ότι δεν έχει καιρό να τσακωθεί μαζί της τώρα
Κάθε μέρα του καλοκαιριού την περνούσαν στην θάλασσα οι πέντε τους. Η Δώρα με τα παιδιά. Έλειπαν όσο το δυνατό περισσότερες ώρες από το σπίτι, ώσπου μια μέρα αντί να φορέσει το μαγιό της το πρωί η Ξανθή, η Δώρα την έντυσε κανονικά όπως και τα αδέλφια της. Έφτιαξε μια μεγάλη τσάντα με πράγματα και έβαλε τα μικρά παιδιά στο αυτοκίνητο. Η Ξανθή δεν μπορούσε να καταλάβει τίποτα αλλά ένιωθε την ανησυχία
περίμενε στην είσοδο του σπιτιού την σειρά της να μπει στο αυτοκίνητο. Πάντα έμπαινε τελευταία για να κάτσει δίπλα στο παράθυρο και να προσέχει τα αδέλφια της.
Η Δώρα μπήκε στην είσοδο και κοίταξε το απορημένο βλέμμα της Ξανθής. Δεν χαμογελούσε και από μόνο του αυτό έκανε το παιδί να μοιάζει λυπημένο.
Έκατσε στα γόνατα να φτιάξει τα ρούχα της Ξανθής και δεν την κοιτούσε, κοιτούσε κάτω όταν άκουσε την φωνή της. "Που πάμε μαμά?"
Όταν τα μάτια τους συναντήθηκαν, η Δώρα έμοιαζε με ζωντανή πυρκαγιά ολόκληρη.
"Μωρό μου φεύγουμε, και κανείς δεν ξέρει που θα πάμε... θα παίξουμε ένα παιχνίδι. Από δω και πέρα εγώ θα είμαι ο μπαμπάς και εσύ η μαμά και θα προσέχουμε τα μωράκια μας στην Αθήνα. Πρέπει να με βοηθήσεις γιατί κανείς άλλος δεν δέχτηκε... είμαστε οι πέντε μας, θα το κάνεις?"
"Θα είμαστε χαρούμενοι εκεί που θα πάμε μαμά?... ή μάλλον μην μου πεις. Θα είμαστε το ξέρω....."
Δάκρυσε η Δώρα, την πήρε αγκαλιά και την έβαλε και αυτή στο αυτοκίνητο. Πήρε βαθιά ανάσα και ξεκίνησε πρώτη φορά μόνη της για την Αθήνα.
Το σπίτι, η προίκα της, είχε ξενοικιαστεί αλλά δεν είχε έπιπλα χαλιά και ρούχα τα είχε φυγαδέψει σιγά σιγά για την Αθήνα.... πέντε μήνες το σχεδιάζει και τώρα όλα είναι έτοιμα!
"Ξεκινάμε μωρά μου.....?"
Συνεχίζεται...
14 Δεκ 2007
Λιποτάκτης
Βασικά ξέρεις κάτι???? Τα 'χω πάρει στο κρανίο!
ΔΕΝ την παλεύω με την πάρτη σου πως το λένε. Βαράω κόκκινα η γυναίκα και μόνο που συνεχίζω να σε σκέφτομαι.
Δειλέ.... ούτε τηλέφωνο δεν παίρνεις
Εγωίσταρε.... δεν μου δίνεις ευκαιρία να σου εξηγήσω.
Παρτάκι... εσύ να 'σαι καλά.
Πάλι δειλέ.... γιατί αισθάνεσαι το ίδιο και το κρύβεις.
Τάχα μου δήθεν.... γιατί το παίζεις στα αρχίδια σου.
Λιποτάκτη... είχες πει ότι θα' σαι δω...
Όλα για όλα τα παίζω ψυχή μου...
Με γαμάς το ξέρεις?
Την ψυχολογία μου, το μυαλό μου, τις αποφάσεις μου... όλα τα γαμάς μόνο και μόνο γιατί ούτε εσύ ο ίδιος δεν έχεις αποφασίσει τι θέλεις από μένα!
Πάντα ήταν εύκολο για σένα να αφήνεις τα πάντα στο φλου. Από την άλλη εγώ πάντα είχα ανάγκη να φτιάχνω προγράμματα, να ξέρω που πατάω.
Κάνω να απομακρυνθώ και με τραβάς πίσω. Δεν είναι άσχημο το πίσω, όχι, δεν λέω αυτό .Μόνο που να... είναι πίσω. Με έμαθαν όταν πονάω να κοιτάω μπροστά. Και έχω πονέσει πολύ. Με έμαθαν να φαίνομαι δυνατή στις δυσκολίες. Και έχω περάσει πολλές.
Κουράστηκα νομίζω... δεν θέλω άλλες δυσκολίες, δεν θέλω άλλο πόνο. Θέλω οι στιγμές οι ευτυχισμένες να πολλαπλασιαστούν. Θέλω ένα μικρό σπίτι μέσα στα δέντρα. Θέλω εσένα δίπλα μου στον καναπέ δίπλα στο τζάκι. Θέλω να μπορέσω να ξανά αφεθώ στην αγκαλιά σου χωρίς καμία απολύτως σκέψη... όπως παλιά..
Αλλά όλα μου τα θέλω σου φαίνονται "ονειροπόλα" και σε μένα κενά αφού δεν έχω πια κουράγιο να τα κυνηγήσω. Θέλω για μια φορά να είμαστε ΕΜΕΙΣ και όχι εσύ. αλλά ούτε αυτό έχω κουράγιο να προσπαθήσω....
Φοβάμαι τον τοίχο που όλο και ψηλώνει ανάμεσα μας αλλά δεν μπορώ να τον γκρεμίσω.. ίσως και να μην θέλω πια. Να προτιμώ να πονάω για λίγο και μετά να είσαι μια πληγή μέσα μου που επιδέξια θα κρύβω από όσους κοιτάζουν την καρδιά μου...
Είναι περίεργο, αλλά τις φορές που δεν μπορώ να ξεφύγω από τις σκέψεις μου για σένα, πάντα εμφανίζετε κάποιος που έχει όλη την διάθεση να γίνει κομμάτι της ζωής μου. Έχω πλέον την αίσθηση ότι όλο αυτό γίνετε για κάποιο λόγο.. για κάποιον συγκεκριμένο λόγο. Για να συνεχίσω να μένω μακριά σου....
Την ψυχολογία μου, το μυαλό μου, τις αποφάσεις μου... όλα τα γαμάς μόνο και μόνο γιατί ούτε εσύ ο ίδιος δεν έχεις αποφασίσει τι θέλεις από μένα!
Πάντα ήταν εύκολο για σένα να αφήνεις τα πάντα στο φλου. Από την άλλη εγώ πάντα είχα ανάγκη να φτιάχνω προγράμματα, να ξέρω που πατάω.
Κάνω να απομακρυνθώ και με τραβάς πίσω. Δεν είναι άσχημο το πίσω, όχι, δεν λέω αυτό .Μόνο που να... είναι πίσω. Με έμαθαν όταν πονάω να κοιτάω μπροστά. Και έχω πονέσει πολύ. Με έμαθαν να φαίνομαι δυνατή στις δυσκολίες. Και έχω περάσει πολλές.
Κουράστηκα νομίζω... δεν θέλω άλλες δυσκολίες, δεν θέλω άλλο πόνο. Θέλω οι στιγμές οι ευτυχισμένες να πολλαπλασιαστούν. Θέλω ένα μικρό σπίτι μέσα στα δέντρα. Θέλω εσένα δίπλα μου στον καναπέ δίπλα στο τζάκι. Θέλω να μπορέσω να ξανά αφεθώ στην αγκαλιά σου χωρίς καμία απολύτως σκέψη... όπως παλιά..
Αλλά όλα μου τα θέλω σου φαίνονται "ονειροπόλα" και σε μένα κενά αφού δεν έχω πια κουράγιο να τα κυνηγήσω. Θέλω για μια φορά να είμαστε ΕΜΕΙΣ και όχι εσύ. αλλά ούτε αυτό έχω κουράγιο να προσπαθήσω....
Φοβάμαι τον τοίχο που όλο και ψηλώνει ανάμεσα μας αλλά δεν μπορώ να τον γκρεμίσω.. ίσως και να μην θέλω πια. Να προτιμώ να πονάω για λίγο και μετά να είσαι μια πληγή μέσα μου που επιδέξια θα κρύβω από όσους κοιτάζουν την καρδιά μου...
Είναι περίεργο, αλλά τις φορές που δεν μπορώ να ξεφύγω από τις σκέψεις μου για σένα, πάντα εμφανίζετε κάποιος που έχει όλη την διάθεση να γίνει κομμάτι της ζωής μου. Έχω πλέον την αίσθηση ότι όλο αυτό γίνετε για κάποιο λόγο.. για κάποιον συγκεκριμένο λόγο. Για να συνεχίσω να μένω μακριά σου....
13 Δεκ 2007
Μπάμ - Μπάμ....
Είπαμε ότι τέλος. Μαζί το είπαμε όχι μόνη μου. Το αποφασίσαμε και μετά το αφαιρέσαμε και μετά το ξαναποφασίσαμε και πάλι το αναιρέσιμε... Να 'χουμε να λέμε δηλαδή Σκατά!!
Λένε ότι πρέπει κάποια πράγματα απλά να τα δέχεσαι.. ποτέ δεν ασπάστηκα αυτήν την φιλοσοφία. Πως μπορώ να είμαι πλασμένη μόνο για σένα? Αυτό και μόνο σαν ιδέα με εξαγριώνει απίστευτα. Σημαίνει ότι δεν έχω επιλογή. Δεν υπάρχει διέξοδος. Ναι, οκ , νιώθω περίεργα όταν βρίσκεσαι κοντά μου. Το νιώθω όταν κάτι δεν πάει καλά μαζί σου. Χτυπάει συναγερμός στο κορμί μου...δεν μπορώ να το εξηγήσω.... Τίποτα πια δεν μπορώ να εξηγήσω. Τι μαλακίες είναι αυτές?
Κι αν απλά φοβάμαι να το παραδεχτώ.... Αν δεν μπορώ να αφοσιωθώ στο όμορφο που έχουμε γιατί η δίψα μου για καινούργιες εμπειρίες σχεδόν με πνίγει.... Με λες η δεν με λες ηλίθια???
Διότι πως αλλιώς θα μπορούσες να με χαρακτηρίσεις?
Μάλλον είσαι όλα όσα έχω ανάγκη. Μάλλον είσαι ότι καλύτερο θα μου συμβεί ποτέ. Μάλλον η αγκαλιά σου φτιάχτηκε για ταιριάζει με το σώμα μου. Μάλλον έχω φωνή για να προφέρω το όνομά σου. Μάλλον ήρθες νωρίς... Μάλλον θα χαθείς πριν προλάβω να δεχτώ πόσο πολύ σε αγαπάω. Πριν προσπαθήσω , πριν πονέσω για σένα..
Λένε ότι πρέπει κάποια πράγματα απλά να τα δέχεσαι.. ποτέ δεν ασπάστηκα αυτήν την φιλοσοφία. Πως μπορώ να είμαι πλασμένη μόνο για σένα? Αυτό και μόνο σαν ιδέα με εξαγριώνει απίστευτα. Σημαίνει ότι δεν έχω επιλογή. Δεν υπάρχει διέξοδος. Ναι, οκ , νιώθω περίεργα όταν βρίσκεσαι κοντά μου. Το νιώθω όταν κάτι δεν πάει καλά μαζί σου. Χτυπάει συναγερμός στο κορμί μου...δεν μπορώ να το εξηγήσω.... Τίποτα πια δεν μπορώ να εξηγήσω. Τι μαλακίες είναι αυτές?
Κι αν απλά φοβάμαι να το παραδεχτώ.... Αν δεν μπορώ να αφοσιωθώ στο όμορφο που έχουμε γιατί η δίψα μου για καινούργιες εμπειρίες σχεδόν με πνίγει.... Με λες η δεν με λες ηλίθια???
Διότι πως αλλιώς θα μπορούσες να με χαρακτηρίσεις?
Μάλλον είσαι όλα όσα έχω ανάγκη. Μάλλον είσαι ότι καλύτερο θα μου συμβεί ποτέ. Μάλλον η αγκαλιά σου φτιάχτηκε για ταιριάζει με το σώμα μου. Μάλλον έχω φωνή για να προφέρω το όνομά σου. Μάλλον ήρθες νωρίς... Μάλλον θα χαθείς πριν προλάβω να δεχτώ πόσο πολύ σε αγαπάω. Πριν προσπαθήσω , πριν πονέσω για σένα..
10 Δεκ 2007
Όνειρα
Μπερδεμένα όλα παλι.. και πάμε πάλι απο την αρχή. Από την στιγμή που έμεινα μόνη, το μοναδικό πράγμα που το μυαλό μου μπορεί να κάνει είναι να ονειρεύεται στιγμές, ώρες, μέρες, χρόνια μαζί σου.
Πως θα ήταν αυτό. πως το άλλο, τι χρώμα θα είχε το σαλόνι μας ....
Αλήθεια τι χρώμα θα είχε?
'Ασπρο, που λερώνει και θέλει φροντίδα συνέχεια(σαν τις φορές που κάναμε πληγές ο ένας στην ψυχή του άλλου) .
Καφέ σκούρο (σαν την γή που ταξιδευαμε μαζί τα καλοκαίρια) .
Μαύρο (σαν το αγαπημένο σου καπέλο) .
Γαλάζιο (σαν την απέραντη θάλασσα που τόσες φορές -θαρρεί κανείς εσκεμένα- μας κράτησε μακριά τον έναν από τον άλλο) .
Κόκκινο (σαν το αίμα μας, αυτό που κάνει την καρδιά μας να αντέχει ακόμα)....
Πράσινο? τι λές? Δεν έχω λόγο για το πράσινο και αυτό είναι καλό... ένα άλλο κεφάλαιο. Κάτι καινούριο σαν τον καναπέ μας....
Η Μελωδία της Παρακμής (Active Member)
Από που 'ρθες, ρε, μεγάλε και παράξενα μιλάς όλα μου μοιάζουν ωραία, εσύ γιατί μου το χαλάς όλοι χωράμε παντού γιατί περίεργα κοιτάς έφαγες πόρτα απ' τη ζωή μας και γελάς. Σε κοιτάζω τόση ώρα κι όλο κάτι μου θυμίζεις δε μπορεί απ'το πουθενά μοναχός σου να γυρίζεις άραξε ρε στη βολή σου έλα δίπλα ξάπλα και κοιμήσου. Γιατί τώρα οι ανάσες μας τρομάζουν σαν κραυγές και οι τύψεις στήνουν γλέντι θες δε θες τώρα μας πνίγει η συνήθεια βοηθάει κι η ευκολία είναι όλα τόσο ωραία μοιάζει εύκολη η λεία. Στην εποχή αυτή που ζούμε των μετρίων βασιλιάδες οι τρελοί των ηλιθίων τώρα διαλέγουμε απ' το ψέμα ένα ψέμα μα όλα ίδια πιο μεγάλο τώρα ψέμα ανακυκλώσιμα σκουπίδια. Τα μισόλογα άρκουν άκουσέ με κάτι ξέρω έχω πεί τόσα πολλά κι έτσι πια δεν υποφέρω θα στα φτιάξω ένα τραγούδι και την άκρη θα την βρείς πίσω απο τη μελωδία τη γνωστή της παρακμής. Γίναν οι πρόσφυγες τουρίστες και οι ευέλικτοι αρτίστες πρώτο τραπέζι και η μιζέρια μας στις πίστες η υπομονή τον πρίγκηπά της περιμένει, η σιωπή τώρα φωνάζει σαν πεθαίνει. Ο μικρός ξέρει καλά όταν τρέχει που πηγαίνει ο μεγάλος δεν θυμάται προσπαθεί, μα δε μαθαίνει ο θεός ψάχνει τον τρόπο μια συγνώμη να μας πεί έχει πρόβλημα ο δέκτης η επαφή έχει κοπεί. Τα παράσιτα πολλά μα θα στήσω μια κεραία στην ταράτσα έτσι για μούρη για να φαίνεται ωραία έχω σπάσει στο PC μου κωδικό για την τιμή μου κι έχω σβήσει απ'τα αρχεία την ντροπή μου. Η χαρά βγήκε στην πιάτσα και η τιμή είναι προσιτή μορφωμένος νταβατζής και τσατσά η αρετή τσαμπουκά πουλάει το μέλλον για να διώξει το παρόν η ψυχή μας προϊόν συνταγή απ'το παρελθόν. Βρυξέλες Πομπηία Βερσαλλίες και Σιών οίκοι ανοχής και μόδας χαίρουν φιλανθρωπίων μια φτηνή δικαιολογία για την κάθε μας στιγμή μια ωραία μελωδία από σένα παρακμή. Είναι θέμα ζωής (τώρα πιά) και ανάγκη εποχής(όχι για μένα) η ευκολία για μια λύση της στιγμής (η ευκολία που μας δέρνει της στιγμής) κι αν την άκρη δε βρείς (ρε άντε γειά) λίγο πρίν να χαθείς (θα γίνουμε ένα) χάρισμά σου η μελωδία της παρακμής.
7 Δεκ 2007
Ρόδος 2003
Σ'ενα σπίτι κρυμμένο στην ομίχλη... κοιμόμουν κάποιες φορές.
Μονοπάτια περίεργα, υγρά, πέτρινα, βρώμικα, χορτιαριασμένα έβγαζαν εκεί. Έπρεπε να περπατήσεις στα σκοτεινά για να φτάσεις. Δεξιά και αριστερά, τοίχοι ψηλοί σηκώνονταν. Τα σπίτια ήταν όλα σιωπηλά και σκοτεινά το βράδυ. Η πιο περίεργη γειτονιά που είδα ποτέ μου... Οι πόρτες μεγάλες και επιβλητικές. Στο σπίτι που έμενα που και που, υπήρχε ένα μεταλλικό φανάρι. Παράξενο... όσες νύχτες και αν έφτασα εκεί... ποτέ δεν ήταν αναμμένο.
Το πιο περίεργο σε αυτή την γειτονιά ήταν ότι όλα συντελούσαν στο να είναι μοναδικά όμορφή και αξέχαστη. Αξέχαστη όχι για τον "χαρακτήρα" της αλλά για την ψευτιά της. Δεν ήταν ειλικρινής με κανέναν επισκέπτη της ποτέ.. Αν ήσουν ρομαντικός γινόταν η πιο ερωτική γειτονιά που είχες ποτέ δει. Αν ήσουν φοβητσιάρης , δημιουργούσε ήχους βγαλμένους από τους χειρότερους εφιάλτες σου, μόνο για να σε τρομάξει κι άλλο. Αν ήσουν περαστικός, ήταν φιλόξενη. Αν ήσουν εξερευνητής, γινόταν λαβύρινθος και αν ήσουν τραγουδιστής γινόταν η ηχώ σου...
Για μένα ήταν πάντα κρύα τώρα που το σκέφτομαι... τυλιγόμουν με βαρύ παλτό όταν περπατούσα στα στενά της και ας μην έκανε και τόσο κρύο. Ανατρίχιαζα ολόκληρη. Ποτέ δεν ήξερα τι θα βρω όταν η πόρτα ανοίξει μπροστά μου και έτσι καθόμουν πάντα μερικά λεπτά κάνοντας τίποτε άλλο από να την κοιτάζω. Σπάνια, έκανα πίσω και περπατούσα στην γειτονιά την τόσο κρύα που φιλοξενούσε το σπίτι. Στο τέλος πάντα γύριζα και όταν άνοιγε τελικά η πόρτα κάποιος ρωτούσε που ήμουν τόση ώρα...
Κόσμος πολύς υπήρχε στο σπίτι πάντα. Τα ψέμματα και η μουσική (κλασική ροκ) ήταν πάντα εκεί, όσες φορές κι αν πήγα. Μετά από λίγο κανείς δεν μιλούσε, και αν το έκανε δεν μπορούσες να τον ακούσεις από την δυνατή μουσική Έμενες να κοιτάς τα χείλη που κουνιούνται προσπαθώντας κάτι να πουν. Κάποια στιγμή κουράζονταν και σταματούσαν. Συνειδητοποίησα ότι η μουσική στην ουσία έκρυβε αλήθειες μεγάλες που δεν έπρεπε ποτέ να ειπωθούν σε αυτήν την παρέα. Εδώ ήμασταν για να λέμε μαλακίες, γενικότητες, να ακούμε μουσική τόσο δυνατά που να βουλώνουν τα αυτιά μας , να δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες για να μπορούμε όλοι να βρούμε μια κρυψώνα καλή και μυστική για την λογική μας. Να την κάνουμε να σωπάσει προσπαθούσαμε. Και η αλήθεια είναι τα καταφέρναμε σχεδόν.... μια τζούρα από το τσιγάρο, ένα ποτήρι κρασί και δεύτερο, και τρίτο.... Όσο χρειαζόταν για να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα χωρίς να σκεφτόμαστε. Μέχρι να κοιμηθούμε, άλλες φορές 5 άλλες 8 άτομα. Πάντα τα ίδια άτομα. Όλοι υποψιάζονταν αλλά κανείς δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει τι κάναμε, που ήμασταν όταν τελείωνε η σχολή.. Απομακρυνθήκαμε, σιωπήσαμε (γιατί πλέον είχαμε συνηθίσει) και ήμασταν "οι παράνομοι", "τα ρεμάλια".
Φοβόμασταν τον εαυτό μας και πολεμούσαμε την μοναξιά και την νοσταλγία όσων αγαπούσαμε με σιωπή, κρασί και τσιγάρα.. πολλά τσιγάρα. Δεν μας δικαιολογώ, αντίθετα πιστεύω πως δεν υπάρχει δικαιολογία για αυτό που κάναμε στους εαυτούς μας, για την άδικη και παράξενη συμπεριφορά μας στους άλλους, για τις στιγμές που χάσαμε και για τα χαμόγελα που στηρίσαμε οι ίδιοι από τους εαυτούς μας και τους συνανθρώπους μας. Δεν μετανιώνω όμως.
Οι νύχτες σε εκείνο το σπίτι μου έμαθαν να ακούω τις σκέψεις μου, να ακούω την μοναξιά μου και κάποιες φορές και την μοναξιά των άλλων. Μιλάω για την ουσιαστική μοναξιά.. αυτήν που δεν χρειάζεσαι, αυτήν που σου επιβάλετε και δεν την επιλέγεις. Αυτή την μοναξιά λοιπόν την έμαθα καλά. Την αναγνωρίζω και την αγκαλιάζω κάποιες φορές... όταν μου το επιτρέπει κ;ι θυμόμαστε μαζί τα τραγούδια που έπαιζαν σε εκείνο το σπίτι με την πέτρινη είσοδο και το φανάρι, σε εκείνη την περίεργη και κρύα γειτονιά...
Μονοπάτια περίεργα, υγρά, πέτρινα, βρώμικα, χορτιαριασμένα έβγαζαν εκεί. Έπρεπε να περπατήσεις στα σκοτεινά για να φτάσεις. Δεξιά και αριστερά, τοίχοι ψηλοί σηκώνονταν. Τα σπίτια ήταν όλα σιωπηλά και σκοτεινά το βράδυ. Η πιο περίεργη γειτονιά που είδα ποτέ μου... Οι πόρτες μεγάλες και επιβλητικές. Στο σπίτι που έμενα που και που, υπήρχε ένα μεταλλικό φανάρι. Παράξενο... όσες νύχτες και αν έφτασα εκεί... ποτέ δεν ήταν αναμμένο.
Το πιο περίεργο σε αυτή την γειτονιά ήταν ότι όλα συντελούσαν στο να είναι μοναδικά όμορφή και αξέχαστη. Αξέχαστη όχι για τον "χαρακτήρα" της αλλά για την ψευτιά της. Δεν ήταν ειλικρινής με κανέναν επισκέπτη της ποτέ.. Αν ήσουν ρομαντικός γινόταν η πιο ερωτική γειτονιά που είχες ποτέ δει. Αν ήσουν φοβητσιάρης , δημιουργούσε ήχους βγαλμένους από τους χειρότερους εφιάλτες σου, μόνο για να σε τρομάξει κι άλλο. Αν ήσουν περαστικός, ήταν φιλόξενη. Αν ήσουν εξερευνητής, γινόταν λαβύρινθος και αν ήσουν τραγουδιστής γινόταν η ηχώ σου...
Για μένα ήταν πάντα κρύα τώρα που το σκέφτομαι... τυλιγόμουν με βαρύ παλτό όταν περπατούσα στα στενά της και ας μην έκανε και τόσο κρύο. Ανατρίχιαζα ολόκληρη. Ποτέ δεν ήξερα τι θα βρω όταν η πόρτα ανοίξει μπροστά μου και έτσι καθόμουν πάντα μερικά λεπτά κάνοντας τίποτε άλλο από να την κοιτάζω. Σπάνια, έκανα πίσω και περπατούσα στην γειτονιά την τόσο κρύα που φιλοξενούσε το σπίτι. Στο τέλος πάντα γύριζα και όταν άνοιγε τελικά η πόρτα κάποιος ρωτούσε που ήμουν τόση ώρα...
Κόσμος πολύς υπήρχε στο σπίτι πάντα. Τα ψέμματα και η μουσική (κλασική ροκ) ήταν πάντα εκεί, όσες φορές κι αν πήγα. Μετά από λίγο κανείς δεν μιλούσε, και αν το έκανε δεν μπορούσες να τον ακούσεις από την δυνατή μουσική Έμενες να κοιτάς τα χείλη που κουνιούνται προσπαθώντας κάτι να πουν. Κάποια στιγμή κουράζονταν και σταματούσαν. Συνειδητοποίησα ότι η μουσική στην ουσία έκρυβε αλήθειες μεγάλες που δεν έπρεπε ποτέ να ειπωθούν σε αυτήν την παρέα. Εδώ ήμασταν για να λέμε μαλακίες, γενικότητες, να ακούμε μουσική τόσο δυνατά που να βουλώνουν τα αυτιά μας , να δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες για να μπορούμε όλοι να βρούμε μια κρυψώνα καλή και μυστική για την λογική μας. Να την κάνουμε να σωπάσει προσπαθούσαμε. Και η αλήθεια είναι τα καταφέρναμε σχεδόν.... μια τζούρα από το τσιγάρο, ένα ποτήρι κρασί και δεύτερο, και τρίτο.... Όσο χρειαζόταν για να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα χωρίς να σκεφτόμαστε. Μέχρι να κοιμηθούμε, άλλες φορές 5 άλλες 8 άτομα. Πάντα τα ίδια άτομα. Όλοι υποψιάζονταν αλλά κανείς δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει τι κάναμε, που ήμασταν όταν τελείωνε η σχολή.. Απομακρυνθήκαμε, σιωπήσαμε (γιατί πλέον είχαμε συνηθίσει) και ήμασταν "οι παράνομοι", "τα ρεμάλια".
Φοβόμασταν τον εαυτό μας και πολεμούσαμε την μοναξιά και την νοσταλγία όσων αγαπούσαμε με σιωπή, κρασί και τσιγάρα.. πολλά τσιγάρα. Δεν μας δικαιολογώ, αντίθετα πιστεύω πως δεν υπάρχει δικαιολογία για αυτό που κάναμε στους εαυτούς μας, για την άδικη και παράξενη συμπεριφορά μας στους άλλους, για τις στιγμές που χάσαμε και για τα χαμόγελα που στηρίσαμε οι ίδιοι από τους εαυτούς μας και τους συνανθρώπους μας. Δεν μετανιώνω όμως.
Οι νύχτες σε εκείνο το σπίτι μου έμαθαν να ακούω τις σκέψεις μου, να ακούω την μοναξιά μου και κάποιες φορές και την μοναξιά των άλλων. Μιλάω για την ουσιαστική μοναξιά.. αυτήν που δεν χρειάζεσαι, αυτήν που σου επιβάλετε και δεν την επιλέγεις. Αυτή την μοναξιά λοιπόν την έμαθα καλά. Την αναγνωρίζω και την αγκαλιάζω κάποιες φορές... όταν μου το επιτρέπει κ;ι θυμόμαστε μαζί τα τραγούδια που έπαιζαν σε εκείνο το σπίτι με την πέτρινη είσοδο και το φανάρι, σε εκείνη την περίεργη και κρύα γειτονιά...
6 Δεκ 2007
Ανάδρομος Ερμής και κουραφέξαλα!
Μάλλον εγωισμό το λένε αυτό το σφίξιμο στο στομάχι. Αυτό που χτυπάς την ψυχολογία σου σαν χταπόδι στα βράχια και δεν σηκώνεις το γαμημένο το τηλέφωνο να στείλεις ένα μήνυμα. Που πονάει το σώμα σου και εσύ, λες ανέκδοτα για Πόντιους και όλοι περνάνε καλά όταν είσαι στην παρέα... Γαμώ το Ζωδιακό μου κύκλο γαμώ!
Πώς γίνεται ρε παλικάρια, ο Ταύρος να πρέπει ντε και καλά να είναι ο ήρεμος και το καλό παιδί, που σκέφτεται δύο φορές πριν μιλήσει, για παράδειγμα και ο Τοξότης να είναι ο ξεροκέφαλος, ο εγωιστής ,ο "φεύγω και σας γράφω όλους". Δηλαδή χάλια τα νεύρα μου...
Δεν γίνετε ρε παιδί μου να ξετυλίγω ένα- ένα τα επιχειρήματά μου πάνω στο τραπέζι κατά την διάρκεια μιας συζήτησης, να μην συμφωνώ με τον συνομιλητή μου γιατί επιστημονικά αποδεδειγμένα είναι λάθος και εκείνος, αν τι να μου εκφράσει ένα λογικό επιχείρημα με τη σειρά του να μου πετάει κάτι του τύπου " Εμ βέβαια... Τοξότης δεν είσαι? Η ξεροκεφαλιά και το πείσμα τρέχουν στο αίμα σου..!!!" και να με αφήνει μαλάκα!...
Τι λε ρε φίλε??? Εγώ φταίω δηλαδή που καίει κάρβουνο ο κυριούλης?
Και να με συγχωρείτε δηλαδή... γιατί παρακαλώ κάθε φορά που πέφτει τ' ανάσκελο ο Ερμής εγώ ΔΕΝ πρέπει να βγω για καφέ??? Έχω μια φίλη η οποία υποστηρίζει ότι είναι λέει "μαθηματικά βέβαιο ότι θα περάσω σκατά". Με αυτό το σκεπτικό, γιατί να κάνω τον κόπο να αναπνέω, αφού μαλακία θα παιχτεί και τότε!! Και γιατί ΕΓΩ συγκεκριμένα? Δεν το κατάλαβα αυτό! Λιγουλάκι ρατσιστής ο Ερμάκος ή μου φαίνεται??? Όοοοχι, φωνάζει η φίλη μου, αυτό συμβαίνει γιατί επηρεάζει τα Ζώδια της Φωτιάς που ανήκει ο Τοξότης και όχι τα Ζώδια της Γης που ανήκω εγώ...
Δεν μπήκα καν στον κόπο να συνεχίσω την κουβέντα μας μετά από τέτοια αποστομωτική απάντηση. Ντύθηκα, στολίστηκα και πήγα cinema και πέρασα και φοβερά!!!
Όχι που θα κάτσω να σκάσω....
Πώς γίνεται ρε παλικάρια, ο Ταύρος να πρέπει ντε και καλά να είναι ο ήρεμος και το καλό παιδί, που σκέφτεται δύο φορές πριν μιλήσει, για παράδειγμα και ο Τοξότης να είναι ο ξεροκέφαλος, ο εγωιστής ,ο "φεύγω και σας γράφω όλους". Δηλαδή χάλια τα νεύρα μου...
Δεν γίνετε ρε παιδί μου να ξετυλίγω ένα- ένα τα επιχειρήματά μου πάνω στο τραπέζι κατά την διάρκεια μιας συζήτησης, να μην συμφωνώ με τον συνομιλητή μου γιατί επιστημονικά αποδεδειγμένα είναι λάθος και εκείνος, αν τι να μου εκφράσει ένα λογικό επιχείρημα με τη σειρά του να μου πετάει κάτι του τύπου " Εμ βέβαια... Τοξότης δεν είσαι? Η ξεροκεφαλιά και το πείσμα τρέχουν στο αίμα σου..!!!" και να με αφήνει μαλάκα!...
Τι λε ρε φίλε??? Εγώ φταίω δηλαδή που καίει κάρβουνο ο κυριούλης?
Και να με συγχωρείτε δηλαδή... γιατί παρακαλώ κάθε φορά που πέφτει τ' ανάσκελο ο Ερμής εγώ ΔΕΝ πρέπει να βγω για καφέ??? Έχω μια φίλη η οποία υποστηρίζει ότι είναι λέει "μαθηματικά βέβαιο ότι θα περάσω σκατά". Με αυτό το σκεπτικό, γιατί να κάνω τον κόπο να αναπνέω, αφού μαλακία θα παιχτεί και τότε!! Και γιατί ΕΓΩ συγκεκριμένα? Δεν το κατάλαβα αυτό! Λιγουλάκι ρατσιστής ο Ερμάκος ή μου φαίνεται??? Όοοοχι, φωνάζει η φίλη μου, αυτό συμβαίνει γιατί επηρεάζει τα Ζώδια της Φωτιάς που ανήκει ο Τοξότης και όχι τα Ζώδια της Γης που ανήκω εγώ...
Δεν μπήκα καν στον κόπο να συνεχίσω την κουβέντα μας μετά από τέτοια αποστομωτική απάντηση. Ντύθηκα, στολίστηκα και πήγα cinema και πέρασα και φοβερά!!!
Όχι που θα κάτσω να σκάσω....
4 Δεκ 2007
Anyway!
Έριξα μια ματιά στο blogάκι μου και όλο για άντρες μιλάω... δεν είναι που μου αρέσει το σπορ, είναι βασικά που έχω ζήσει πολύ δυνατά πράγματα με αυτούς που αναφέρω.... Οπότε συγνώμη και να με συγχωρείτε δηλαδή, αλλά ο βασικός στόχος είναι να βγούνε από μέσα μου... (Anyway δεν νομίζω να παίρνει κανείς στα σοβαρά μια τρελή και αλλοπαρμένη ξανθιά!!)
Kisses
Kisses
Αύγουστος ...
Μέσα από την τσάντα φώναζε το τηλέφωνο.... "Μα είναι τα χρόνια ένα δοχείο ενα φτηνό ξενοδοχείο για δυο στιγμές, για να χωράει κάπου ο πόνος τις νύχτες οταν μένω μόνος, τις σιωπές μου να μετράω, να σε θυμάμε οταν πονάω να μου λες "θα'μαι κοντά σου όταν με θες..." Συνήθως δεν ακούω Ιωαννίδη αλλά αυτό το τραγούδι ακούγετε μόνο όταν με παίρνει ο Τάσος... μου ταίριαζε πιο πολύ απο το "Φύγε μην ανοιξω το στόμα μου" του Γονίδη που ήταν η δεύτερη επιλογή, αν και κολλάνε και τα δύο στην περίπτωσή του... Βασικά έπρεπε να το σκεφτώ αν θα του απαντήσω αλλά πέταξα ένα "δεν γαμιέται" και το σήκωσα..
-Που είσαι Ρε??
-Ορίστε? (εγώ)
-Οκ σορρυ! Τι έγινε? Όλα καλα? Που χάθηκες, αν δεν πάρω δεν παίρνεις ούτε εσυ? Έτσι είπαμε??
-Τρέχω ρε παιδί μου με τη δουλειά (και καλά...).Όλα καλά.. Εσύ πως τα πας?
Υπήρξε μια περίοδος που ο καλύτερος μου φίλος ήταν ο Τάσος.... από παιδιά μαζί... Στο σχολείο γνωριστήκαμε.Εγώ δευτέρα γυμνασίου και σε καινούργιο σχολείο, ντροπαλή και άβγαλτη με τα αγόρια, ντρεπόμουν ακόμα και να σκεφτώ την λέξη μαλάκας. Φυτούκλα με αποσκευές γεμάτες 18 και 19 από το προηγούμενο σχολείο (κάτι το οποιο οι νέοι μου καθηγητές δεν ξεχνούσαν να αναφέρουν συχνά πυκνά και να με κάνουν ξεφτίλα). Εκείνος τρίτη γυμνασίου, μαγκάκι τύπου "γαμάω και δέρνω με πτυχίο", και αυτό γιατί πήγαινε σε σχολή ταεκ βο ντο. Κάπνιζε Mallborιά, γιατί ήταν και άντρας, και προκαλούσε τους καθηγητές να τον πετάξουν εξω και να του βάλουν χαμηλούς βαθμους... Αργότερα κατάλαβα οτί δεν χρειαζόταν να παρακολουθεί τα μαθήματα.. του έπαιρνε μονο 30 λεπτά να διαβάσει και να αποστηθήσει 5 κεφάλαια ιστορία τα οποία θα θυμόταν για όλη του την ζωή... με λίγα λόγια ήταν πολύ έξυπνός και ταλαντούχος για να είναι της μόδας και να έχει αλάνια φίλους, οπότε φρόντιζε να κρύβει καλά την εξυπνάδα του αυτή...
Όταν λοιπών γνωριστήκαμε εγώ μολις τα είχα φτιάξει με τον γόη του σχολείου,φίλο και συμμαθητή του Τάσου και περνούσα πολλές ώρες μαζί του... ήταν αστείο για εκείνον να προσπαθεί να μου εξηγήσει τις πιο αισχρές λέξεις, που για μένα δεν ήταν παρά άγνωστες και που κοκκίνιζα κάθε φορά που μου εξηγούσε! Έτσι ήταν φυσικό για τον Τάσο να με αντιπαθήσει... ήμουν η Ξανθιά χωριάτισα που δεν μπορούσε να καταλάβει για πιο λόγο έμπλεξε μαζί μου ο Σταμάτης. Όταν λέμε αντιπάθεια εννοούμε οτι ξύνιζε τα μούτρα του κάθε φορά που με έβλεπε!
Μετά από δύο μήνες με τον Σταμάτη είχα μεταμορφωθεί... Τσαμπουκαλού, φωνακλού, μαυροντυμένη με μαύρο μολύβι κάτω από τα μάτια, το μαλλί μέσα στα μούτρα και τρελαμένη με την ρόκ... Πλέον ημουν για τους άλλους η "τύπισσα που ήταν με τον Σταμάτη και δεν σηκώνει και κουβεντα". Είναι απίστευτο αλλά ξαφνικά το στυλάκι που πέρασα (δεν ήταν του Σταμάτη εκεινος άκουγε Σακεντέλικ) έγινε μόδα και το ένα μετά το άλλο τα αγόρια του δικού μου αλλα και άλλων σχολείων άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον για "την Τύπισσα του Γ2"! Έτσι από το πουθενά έγινα φίλη με τον Τάσο γιατί όπως ακόμα λέει "γουστάρω τις γκόμενες που τα χώνουν" και η αλήθεια είναι, εγώ του τα 'χωνα άγρια για τις επιλογές και τις συνήθειές του ...
Κώλος και βρακί (ή φούστα μπλόυζα ρε παιδί μου!!) που λες εγώ με τον Τασούλη μετά από δύο χρονάκια σχεδον, από την πρώτη μας ματια. Κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι ντάλα καλοκαίρι σχεδόν γυμνοί και δεν μας πέρναγε καν απο το μυαλό να κάνουμε κάτι μεταξύ μας! Συζητούσαμε και συμβουλεύαμε ο ένας τον άλλον τύπου "αν της κάνεις αυτό και αυτό θα ψαρώσει" και αν δεν το καταλαβαίναμε το δείχναμε κιόλας στην πράξη... δεν έπαιζε κόλλημα! Πήδαγε και πήδαγα και τα λέγαμε μεταξύ μας τα ευτράπελα και λιώναμε στο γέλιο... Πίναμε κανά τσιγάρο και καθόμασταν στην ταράτσα μου και βλέπαμε τα αστέρια και λέγαμε μαλακίες. Όλα αυτα μέχρι που επιασα έναν γκόμενο που γούσταρα πολύ και δεν ήταν παιχνίδι σαν τα άλλα...ο Γιάννης μπήκε στην ζωή μου και αρχίσανε τα όργανα...!!
Στην αρχή έκαναν παρέα και τα έλεγαν μεταξύ τους τις ώρες που δούλευα (έκανα πρακτική δηλαδή)... Δεν ξέρω πότε ακριβως ξεκίνησε... θυμάμαι οτι ήμουν περίπου ένα χρόνο με τον Γιάννη και ειχα αρχίσει να έχω πρόβλημα στο μοίραζμα του χρόνου μου ανάμεσα στους δυό τους.Ο Γιάννης δούλευε και τον περιμέναμε στο σπίτι μου για ταινία (από τις λίγες φορές που δεν ήταν κανείς άλλος στο σπίτι) μετά από καμια ώρα με πήρε τηλέφωνο οτι δεν μπορούσε να έρθει και τα είχα πάρει στο κρανίο. Τότε μου λέει ο Τάσος...
-'Ελα ρε μαλάκα μην τρελαίνεσαι...
-Θέλω να σε πλακώσω στο ξύλο του είπα εγώ και έπεσα πανώ στο κρεβάτι μου που ήταν ξαπλωμένος.
Παίζαμε ξύλο για 15 περίπου λεπτα όταν βρέθηκαμε και οι δύο ξέπνοοι, εγώ από κάτω και εκείνος επάνω μου να βαριανασαίνει στο πρόσωπο μου... με φίλησε, με δάγκωσε, τον εγδαρα με τα νύχια μου και γελούσαμε βλέπωντας τα ρούχα μας να πέφτουν ένα ένα στο πάτωμα... μόνο όταν γίναμε ένα δεν γελούσαμε... Όταν τελειώσαμε, έφυγε από το κρεβάτι και καθισμένος στο πάτωμα προσπαθούσε να συνιδητοποιήσει αυτό που εγώ ειχα καταλάβει πριν ακόμα με φιλήσει... Σιγομουρμούριζε διάφορα, ποτέ δεν είχα ακούσει την φωνή του τόσο σιγανή, πάντα μιλούσε δυνατα και καθαρά... μάλλον για να τον φοβούνται... ίσως πάλι γιατι δεν είχε να φοβηθεί κανέναν.Αλλά τώρα μουρμούριζε και παράλληλα ντυνόταν... μέσα στο μουρμουριτό 2 φράσεις κατάλαβα. Η πρώτη έλεγε οτι δεν έπρεπε να γίνει αυτό και η δεύτερη οτι πρέπει να μείνουμε φίλοι... Ξαφνικά πάγωσα θυμάμαι, έμεινε ένα κρύο χαμόγελο, του είπα να με κοιτάξει στα μάτια "Αυτό θες?" τον ρώτησα και ξαναέσκυψε το κεφάλι..."κοίταμε γαμώ το κέρατό μου " ούρλιαζα και μετα από λίγα δευτερόλεπτα του είπα ένα τεράστιο ψέμα "Ναι έχεις δίκιο.Δεν πρέπει να ξαναγίνει" γύρισα την πλάτη και εκείνος έφυγε... έφυγε μέχρι το επόμενο βραδυ που ξαναγύρισε να μου δώσει έρωτα στην αρχή και ένα "δεν πρέπει" μετά...
Για καποιες μέρες απέφευγα τον Γιάννη. Ένα βράδυ δεν μπορούσα να τον αποφύγω πια ούτε εγώ ,ούτε ο Τάσος. Εκείνο το βράδυ ήταν πολύ περίεργο.. ο Γιάννης έφυγε νωρίς και μειναμε οι δυό μας σε ένα σπίτι γεμάτο κόσμο. Πήγαμε στην ταράτσα και εκει μου ειπε οτι δεν μπορει να με βλέπει με κάποιον άλλον και οτι θέλει να είναι μαζί μου και ότι έκανε μαλακία που φοβήθηκε και οτι μ'αγαπάει και μέτα όσα "και" κι αν άκουσα δεν είχαν σημασία... Χωρισα με τον Γιάννη την επομένη και έμεινα με τον Τάσο οχι ένα ,όχι δύο, εξι χρόνια....
Τον πρώτο καιρό μιλούσαμε πολύ... ώρες ολόκληρες, για τα πάντα. Ήμουν εγώ και αυτός και κανένας άλλος. Αργότερα μιλούσαμε με τα μάτια και στο τέλος χαθήκαμε κάπου στο κενό γιατί είχαμε ξεχάσει οτι ταυτόχρονα μεγαλώναμε και αλλάζαμε... Μάλλον τελικά συνηθίσαμε την σιωπή... Μετά ψέμματα και μισές αλήθειες λέγαμε αν τύχαινε να μιλήσουμε... Συνηθίσαμε και χαθήκαμε... Φτάσαμε σε ένα σημείο που δεν μπορούσαμε να συνενοηθούμε πια και χωρισαμε... Χωρίσαμε με τον καιρο... ακριβως όπως αγαπηθήκαμε. Υπήρχε βλέπεις εκείνη η γαμημένη η συνήθεια...
Άνοιξη ήταν όταν αποφασίσαμε να πούμε ο ένας στον άλλον οτι δεν πάει άλλο και όπως το σκέφτομαι τώρα, που είναι πια χειμώνας, ακόμα και τις τελευταίες μας στιγμές σαν ζευγάρι, μαλακίες λέγαμε... "σ'αγαπάω πολύ, να προσέχεις, αν σε πειράξει κανείς να μου το πείς, σου πάει το σκουλαρίκι, θα'μαι εδώ, δεν χανόμαστε..." Καναμε ένα τσιγάρο και έφυγε...
Τον πρώτο μήνα ξεσάλωσα μετά άρχισε να μου λείπει και έκανα να τον πάρω τηλέφωνο... μου είπε οτι περνούσε καλά και οτι πηδούσε μια Γερμανίδα, οτι κάνει πολλά μπάνια και οτι βγάζει καλά λεφτα απο την νέα του δουλειά δίπλα στη θάλασσα. Πίνει πολύ και βγαίνει με φίλους για μπουρδελότσαρκες... Πρέπει να είχε πολυ φασαρία στην παραλία που τον πέτυχα και έτσι δεν άκουσε που έκλαιγα ανάμεσα στα επιφωνήματα χαράς και ενθάρυνσης που συλλάβιζα...
Μου πήρε περίπου 4 μήνες μέσα στην κατάθλιψη για να ξεχωρίσω τι πρέπει να κρατήσω και τι να πάρω μαζί μου απο τις στιγμές μας... δεν έβρισκα άκρη και ειχα βαρεθεί να κλαίω μόνη μου τα βράδια οταν τις έκανα όλες έναν μπογο και τις πέταξα στις πιο σκοτεινές αποθήκες του μυαλού μου... Γνώρισα κάποιον άλλον και προσπάθησα να τον ερωτευτώ και το πέτυχα!!
Ήμουν πλέον καλά και ερωτευμένη όταν άρχισαν τα ψιλοβρόχια.... όταν η "ανεμελιά" του Τάσου έπρεπε να χωρέσει μέσα σε ένα σπίτι γιατί έκανε κρύο και η παραλία του είχε πια αδειάσει όπως και τα καλοκαιρινά μπαράκια με τα φοβερά κοκτέιλ... Όλα αυτα δεν τον είχαν αφήσει να σκεφτεί οτι χωρίσαμε... πλέον χωρίς δουλειά, παραλία και Γερμανίδες, άρχισε να κάνει και εκείνος τον απολογισμό του...
Εισέβαλε ξανά στην ζωή μου και όλα μου φαίνονταν ασήμαντα και πάλι... Μου είπε οτι πονάει και του απάντησα οτι και εγώ πονεσα και οτι θα περάσει... Στις σπόντες του να τα ξαναβρούμε απάντησα οτι εγώ εχω ξεκεθαρίσει και ότι δεν γυρνάω πίσω... δεν το συνέχισε.Μιλούσαμε σαν φιλαράκια πάλι... του είπα και για την σχέση μου την οποία μετά απο κανά μήνα σταμάτησα χωρις φυσικά να πω τιποτα στον Τάσο... για εκείνον ήμουν ερωτευμένη... Κάποια στιγμή δεν άντεξα και του το είπα. Έμεινε σιωπηλός για λίγο και μετά άλλαξε κουβέντα... Πότε θα σταματήσουμε να πληγώνουμε άραγε ο ένας τον άλλο? Που θα καταλήξει όλο αυτό? Εν αναμονή λοιπόν....
-Που είσαι Ρε??
-Ορίστε? (εγώ)
-Οκ σορρυ! Τι έγινε? Όλα καλα? Που χάθηκες, αν δεν πάρω δεν παίρνεις ούτε εσυ? Έτσι είπαμε??
-Τρέχω ρε παιδί μου με τη δουλειά (και καλά...).Όλα καλά.. Εσύ πως τα πας?
Υπήρξε μια περίοδος που ο καλύτερος μου φίλος ήταν ο Τάσος.... από παιδιά μαζί... Στο σχολείο γνωριστήκαμε.Εγώ δευτέρα γυμνασίου και σε καινούργιο σχολείο, ντροπαλή και άβγαλτη με τα αγόρια, ντρεπόμουν ακόμα και να σκεφτώ την λέξη μαλάκας. Φυτούκλα με αποσκευές γεμάτες 18 και 19 από το προηγούμενο σχολείο (κάτι το οποιο οι νέοι μου καθηγητές δεν ξεχνούσαν να αναφέρουν συχνά πυκνά και να με κάνουν ξεφτίλα). Εκείνος τρίτη γυμνασίου, μαγκάκι τύπου "γαμάω και δέρνω με πτυχίο", και αυτό γιατί πήγαινε σε σχολή ταεκ βο ντο. Κάπνιζε Mallborιά, γιατί ήταν και άντρας, και προκαλούσε τους καθηγητές να τον πετάξουν εξω και να του βάλουν χαμηλούς βαθμους... Αργότερα κατάλαβα οτί δεν χρειαζόταν να παρακολουθεί τα μαθήματα.. του έπαιρνε μονο 30 λεπτά να διαβάσει και να αποστηθήσει 5 κεφάλαια ιστορία τα οποία θα θυμόταν για όλη του την ζωή... με λίγα λόγια ήταν πολύ έξυπνός και ταλαντούχος για να είναι της μόδας και να έχει αλάνια φίλους, οπότε φρόντιζε να κρύβει καλά την εξυπνάδα του αυτή...
Όταν λοιπών γνωριστήκαμε εγώ μολις τα είχα φτιάξει με τον γόη του σχολείου,φίλο και συμμαθητή του Τάσου και περνούσα πολλές ώρες μαζί του... ήταν αστείο για εκείνον να προσπαθεί να μου εξηγήσει τις πιο αισχρές λέξεις, που για μένα δεν ήταν παρά άγνωστες και που κοκκίνιζα κάθε φορά που μου εξηγούσε! Έτσι ήταν φυσικό για τον Τάσο να με αντιπαθήσει... ήμουν η Ξανθιά χωριάτισα που δεν μπορούσε να καταλάβει για πιο λόγο έμπλεξε μαζί μου ο Σταμάτης. Όταν λέμε αντιπάθεια εννοούμε οτι ξύνιζε τα μούτρα του κάθε φορά που με έβλεπε!
Μετά από δύο μήνες με τον Σταμάτη είχα μεταμορφωθεί... Τσαμπουκαλού, φωνακλού, μαυροντυμένη με μαύρο μολύβι κάτω από τα μάτια, το μαλλί μέσα στα μούτρα και τρελαμένη με την ρόκ... Πλέον ημουν για τους άλλους η "τύπισσα που ήταν με τον Σταμάτη και δεν σηκώνει και κουβεντα". Είναι απίστευτο αλλά ξαφνικά το στυλάκι που πέρασα (δεν ήταν του Σταμάτη εκεινος άκουγε Σακεντέλικ) έγινε μόδα και το ένα μετά το άλλο τα αγόρια του δικού μου αλλα και άλλων σχολείων άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον για "την Τύπισσα του Γ2"! Έτσι από το πουθενά έγινα φίλη με τον Τάσο γιατί όπως ακόμα λέει "γουστάρω τις γκόμενες που τα χώνουν" και η αλήθεια είναι, εγώ του τα 'χωνα άγρια για τις επιλογές και τις συνήθειές του ...
Κώλος και βρακί (ή φούστα μπλόυζα ρε παιδί μου!!) που λες εγώ με τον Τασούλη μετά από δύο χρονάκια σχεδον, από την πρώτη μας ματια. Κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι ντάλα καλοκαίρι σχεδόν γυμνοί και δεν μας πέρναγε καν απο το μυαλό να κάνουμε κάτι μεταξύ μας! Συζητούσαμε και συμβουλεύαμε ο ένας τον άλλον τύπου "αν της κάνεις αυτό και αυτό θα ψαρώσει" και αν δεν το καταλαβαίναμε το δείχναμε κιόλας στην πράξη... δεν έπαιζε κόλλημα! Πήδαγε και πήδαγα και τα λέγαμε μεταξύ μας τα ευτράπελα και λιώναμε στο γέλιο... Πίναμε κανά τσιγάρο και καθόμασταν στην ταράτσα μου και βλέπαμε τα αστέρια και λέγαμε μαλακίες. Όλα αυτα μέχρι που επιασα έναν γκόμενο που γούσταρα πολύ και δεν ήταν παιχνίδι σαν τα άλλα...ο Γιάννης μπήκε στην ζωή μου και αρχίσανε τα όργανα...!!
Στην αρχή έκαναν παρέα και τα έλεγαν μεταξύ τους τις ώρες που δούλευα (έκανα πρακτική δηλαδή)... Δεν ξέρω πότε ακριβως ξεκίνησε... θυμάμαι οτι ήμουν περίπου ένα χρόνο με τον Γιάννη και ειχα αρχίσει να έχω πρόβλημα στο μοίραζμα του χρόνου μου ανάμεσα στους δυό τους.Ο Γιάννης δούλευε και τον περιμέναμε στο σπίτι μου για ταινία (από τις λίγες φορές που δεν ήταν κανείς άλλος στο σπίτι) μετά από καμια ώρα με πήρε τηλέφωνο οτι δεν μπορούσε να έρθει και τα είχα πάρει στο κρανίο. Τότε μου λέει ο Τάσος...
-'Ελα ρε μαλάκα μην τρελαίνεσαι...
-Θέλω να σε πλακώσω στο ξύλο του είπα εγώ και έπεσα πανώ στο κρεβάτι μου που ήταν ξαπλωμένος.
Παίζαμε ξύλο για 15 περίπου λεπτα όταν βρέθηκαμε και οι δύο ξέπνοοι, εγώ από κάτω και εκείνος επάνω μου να βαριανασαίνει στο πρόσωπο μου... με φίλησε, με δάγκωσε, τον εγδαρα με τα νύχια μου και γελούσαμε βλέπωντας τα ρούχα μας να πέφτουν ένα ένα στο πάτωμα... μόνο όταν γίναμε ένα δεν γελούσαμε... Όταν τελειώσαμε, έφυγε από το κρεβάτι και καθισμένος στο πάτωμα προσπαθούσε να συνιδητοποιήσει αυτό που εγώ ειχα καταλάβει πριν ακόμα με φιλήσει... Σιγομουρμούριζε διάφορα, ποτέ δεν είχα ακούσει την φωνή του τόσο σιγανή, πάντα μιλούσε δυνατα και καθαρά... μάλλον για να τον φοβούνται... ίσως πάλι γιατι δεν είχε να φοβηθεί κανέναν.Αλλά τώρα μουρμούριζε και παράλληλα ντυνόταν... μέσα στο μουρμουριτό 2 φράσεις κατάλαβα. Η πρώτη έλεγε οτι δεν έπρεπε να γίνει αυτό και η δεύτερη οτι πρέπει να μείνουμε φίλοι... Ξαφνικά πάγωσα θυμάμαι, έμεινε ένα κρύο χαμόγελο, του είπα να με κοιτάξει στα μάτια "Αυτό θες?" τον ρώτησα και ξαναέσκυψε το κεφάλι..."κοίταμε γαμώ το κέρατό μου " ούρλιαζα και μετα από λίγα δευτερόλεπτα του είπα ένα τεράστιο ψέμα "Ναι έχεις δίκιο.Δεν πρέπει να ξαναγίνει" γύρισα την πλάτη και εκείνος έφυγε... έφυγε μέχρι το επόμενο βραδυ που ξαναγύρισε να μου δώσει έρωτα στην αρχή και ένα "δεν πρέπει" μετά...
Για καποιες μέρες απέφευγα τον Γιάννη. Ένα βράδυ δεν μπορούσα να τον αποφύγω πια ούτε εγώ ,ούτε ο Τάσος. Εκείνο το βράδυ ήταν πολύ περίεργο.. ο Γιάννης έφυγε νωρίς και μειναμε οι δυό μας σε ένα σπίτι γεμάτο κόσμο. Πήγαμε στην ταράτσα και εκει μου ειπε οτι δεν μπορει να με βλέπει με κάποιον άλλον και οτι θέλει να είναι μαζί μου και ότι έκανε μαλακία που φοβήθηκε και οτι μ'αγαπάει και μέτα όσα "και" κι αν άκουσα δεν είχαν σημασία... Χωρισα με τον Γιάννη την επομένη και έμεινα με τον Τάσο οχι ένα ,όχι δύο, εξι χρόνια....
Τον πρώτο καιρό μιλούσαμε πολύ... ώρες ολόκληρες, για τα πάντα. Ήμουν εγώ και αυτός και κανένας άλλος. Αργότερα μιλούσαμε με τα μάτια και στο τέλος χαθήκαμε κάπου στο κενό γιατί είχαμε ξεχάσει οτι ταυτόχρονα μεγαλώναμε και αλλάζαμε... Μάλλον τελικά συνηθίσαμε την σιωπή... Μετά ψέμματα και μισές αλήθειες λέγαμε αν τύχαινε να μιλήσουμε... Συνηθίσαμε και χαθήκαμε... Φτάσαμε σε ένα σημείο που δεν μπορούσαμε να συνενοηθούμε πια και χωρισαμε... Χωρίσαμε με τον καιρο... ακριβως όπως αγαπηθήκαμε. Υπήρχε βλέπεις εκείνη η γαμημένη η συνήθεια...
Άνοιξη ήταν όταν αποφασίσαμε να πούμε ο ένας στον άλλον οτι δεν πάει άλλο και όπως το σκέφτομαι τώρα, που είναι πια χειμώνας, ακόμα και τις τελευταίες μας στιγμές σαν ζευγάρι, μαλακίες λέγαμε... "σ'αγαπάω πολύ, να προσέχεις, αν σε πειράξει κανείς να μου το πείς, σου πάει το σκουλαρίκι, θα'μαι εδώ, δεν χανόμαστε..." Καναμε ένα τσιγάρο και έφυγε...
Τον πρώτο μήνα ξεσάλωσα μετά άρχισε να μου λείπει και έκανα να τον πάρω τηλέφωνο... μου είπε οτι περνούσε καλά και οτι πηδούσε μια Γερμανίδα, οτι κάνει πολλά μπάνια και οτι βγάζει καλά λεφτα απο την νέα του δουλειά δίπλα στη θάλασσα. Πίνει πολύ και βγαίνει με φίλους για μπουρδελότσαρκες... Πρέπει να είχε πολυ φασαρία στην παραλία που τον πέτυχα και έτσι δεν άκουσε που έκλαιγα ανάμεσα στα επιφωνήματα χαράς και ενθάρυνσης που συλλάβιζα...
Μου πήρε περίπου 4 μήνες μέσα στην κατάθλιψη για να ξεχωρίσω τι πρέπει να κρατήσω και τι να πάρω μαζί μου απο τις στιγμές μας... δεν έβρισκα άκρη και ειχα βαρεθεί να κλαίω μόνη μου τα βράδια οταν τις έκανα όλες έναν μπογο και τις πέταξα στις πιο σκοτεινές αποθήκες του μυαλού μου... Γνώρισα κάποιον άλλον και προσπάθησα να τον ερωτευτώ και το πέτυχα!!
Ήμουν πλέον καλά και ερωτευμένη όταν άρχισαν τα ψιλοβρόχια.... όταν η "ανεμελιά" του Τάσου έπρεπε να χωρέσει μέσα σε ένα σπίτι γιατί έκανε κρύο και η παραλία του είχε πια αδειάσει όπως και τα καλοκαιρινά μπαράκια με τα φοβερά κοκτέιλ... Όλα αυτα δεν τον είχαν αφήσει να σκεφτεί οτι χωρίσαμε... πλέον χωρίς δουλειά, παραλία και Γερμανίδες, άρχισε να κάνει και εκείνος τον απολογισμό του...
Εισέβαλε ξανά στην ζωή μου και όλα μου φαίνονταν ασήμαντα και πάλι... Μου είπε οτι πονάει και του απάντησα οτι και εγώ πονεσα και οτι θα περάσει... Στις σπόντες του να τα ξαναβρούμε απάντησα οτι εγώ εχω ξεκεθαρίσει και ότι δεν γυρνάω πίσω... δεν το συνέχισε.Μιλούσαμε σαν φιλαράκια πάλι... του είπα και για την σχέση μου την οποία μετά απο κανά μήνα σταμάτησα χωρις φυσικά να πω τιποτα στον Τάσο... για εκείνον ήμουν ερωτευμένη... Κάποια στιγμή δεν άντεξα και του το είπα. Έμεινε σιωπηλός για λίγο και μετά άλλαξε κουβέντα... Πότε θα σταματήσουμε να πληγώνουμε άραγε ο ένας τον άλλο? Που θα καταλήξει όλο αυτό? Εν αναμονή λοιπόν....
29 Νοε 2007
The Blowers Daugther
And so it is
Just like you said it would be
Life goes easy on me
Most of the time
And so it is
The shorter story.
No love, no glory
No hero in her sky
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes...
And so it is
Just like you said it should be
We'll both forget the breeze
Most of the time
And so it is
The colder water
The blower's daughter
The pupil in denial
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes...
Did I say that I loathe you?
Did I say that I want to
Leave it all behind?
I can't take my mind off of you
I can't take my mind off you
I can't take my mind off of you
I can't take my mind off you
I can't take my mind off you
I can't take my mind...My mind...my mind...'Til I find somebody new
Just like you said it would be
Life goes easy on me
Most of the time
And so it is
The shorter story.
No love, no glory
No hero in her sky
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes...
And so it is
Just like you said it should be
We'll both forget the breeze
Most of the time
And so it is
The colder water
The blower's daughter
The pupil in denial
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off of you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes off you
I can't take my eyes...
Did I say that I loathe you?
Did I say that I want to
Leave it all behind?
I can't take my mind off of you
I can't take my mind off you
I can't take my mind off of you
I can't take my mind off you
I can't take my mind off you
I can't take my mind...My mind...my mind...'Til I find somebody new
Ήθελα να 'μαι. (Παντελής Θαλασσινός)
Ήθελα να 'μαι η αφή στην άκρη των δακτύλων σου
ό,τι αγγίζεις να 'χει κάτι κι από μένα
να 'μαι τη νύχτα η φωνή χαμένων φίλων σου
που λεν τραγούδια παλιά κι αγαπημένα
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να 'μαι η σκιά στην άκρη των βλεφάρων σου
η μόνη λέξη στο παραμιλητό σου
να 'μαι η πρώτη ρουφηξιά απ' το τσιγάρο σου
κι η τελευταία η γουλιά απ' το ποτό σου
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να 'μαι αστραπή που σβήνει μες στο βλέμμα σου
πάνω στο χέρι η τυχερή γραμμή σου
να 'μαι κρυμμένος πυρετός μέσα στο αίμα σου
για να ξυπνάω τις φωτιές μες στο κορμί σου
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ό,τι αγγίζεις να 'χει κάτι κι από μένα
να 'μαι τη νύχτα η φωνή χαμένων φίλων σου
που λεν τραγούδια παλιά κι αγαπημένα
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να 'μαι η σκιά στην άκρη των βλεφάρων σου
η μόνη λέξη στο παραμιλητό σου
να 'μαι η πρώτη ρουφηξιά απ' το τσιγάρο σου
κι η τελευταία η γουλιά απ' το ποτό σου
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να 'μαι αστραπή που σβήνει μες στο βλέμμα σου
πάνω στο χέρι η τυχερή γραμμή σου
να 'μαι κρυμμένος πυρετός μέσα στο αίμα σου
για να ξυπνάω τις φωτιές μες στο κορμί σου
Ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
ήθελα να 'μαι εισιτήριο στην τσέπη σου
όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
28 Νοε 2007
Μαγεία...
Έγινε και η κράτηση των εισιτηρίων... φεύγω, έφυγα, είμαι ήδη εκεί!!!!
Και τραγουδάω....
" Άντε να λύσουμε, να ξεκινήσουμε και τους βαρέθηκα δεν τους μπορώ.."
.....άνετη πια,τρελή και αλλοπαρμένη για την πάρτη σου, για το ταξίδι που έρχεται, για μένα που φεύγω....
Πρώτη φορά δεν είναι, ούτε και η τελευταία, αλλά κάθε φορά έχει την δική της σημασία -γοητεία...
Από μικρή η μόνη λέξη που πρόφερα πάντα σωστά και καθαρά ήταν η λέξη "Φεύγω"... έτσι λέει η μαμά μου, έτσι θα είναι....
Μαγεία, έρωτας, αναζήτηση, ξεκούραση, εξερευνήσεις, τοπία, χαβαλές, άνθρωποι, γέλιο, ελευθερία.... αυτά σημαίνει για μένα η λέξη "Φεύγω"...
Και να 'μαι τώρα να οργανώνω ένα ταξίδι στην άλλη άκρη για τα μάτια σου μόνο φάτσα μου.... Παρεμπιπτόντως.... τι μάτια είναι αυτά.. βρεγμένη γη με μαύρες βλεφαρίδες....
Και τραγουδάω....
" Άντε να λύσουμε, να ξεκινήσουμε και τους βαρέθηκα δεν τους μπορώ.."
.....άνετη πια,τρελή και αλλοπαρμένη για την πάρτη σου, για το ταξίδι που έρχεται, για μένα που φεύγω....
Πρώτη φορά δεν είναι, ούτε και η τελευταία, αλλά κάθε φορά έχει την δική της σημασία -γοητεία...
Από μικρή η μόνη λέξη που πρόφερα πάντα σωστά και καθαρά ήταν η λέξη "Φεύγω"... έτσι λέει η μαμά μου, έτσι θα είναι....
Μαγεία, έρωτας, αναζήτηση, ξεκούραση, εξερευνήσεις, τοπία, χαβαλές, άνθρωποι, γέλιο, ελευθερία.... αυτά σημαίνει για μένα η λέξη "Φεύγω"...
Και να 'μαι τώρα να οργανώνω ένα ταξίδι στην άλλη άκρη για τα μάτια σου μόνο φάτσα μου.... Παρεμπιπτόντως.... τι μάτια είναι αυτά.. βρεγμένη γη με μαύρες βλεφαρίδες....
27 Νοε 2007
Βάλε μου ακόμα ένα διπλό...
Πως περνάει η νύχτα αν δεν κοιμάσαι? Μοιάζει ατελείωτη, άδεια, σιωπηλή... Κατάρα - αυτή είναι η σωστή λέξη...
Τι περιμένεις?Πες μου... δεν θα τρέξει κανείς στην αγκαλιά σου... κανείς δεν σε χρειάζεται,όλοι κοιμούνται, όλοι ονειρεύονται, κοιμήσου...αυτή την ώρα είσαι επικίνδυνη για σένα...
Δεν θα χτυπήσει το τηλέφωνο, κανείς δεν έχει κάτι να σου πει τέτοια ώρα... μην περιμένεις αγκαλιά, δεν έχει!
Μόνη σου είσαι, δέξου το και προχώρα παρακάτω....
Έχεις και τον Βασίλη- βέβαια - να τραγουδάει για μια γοργόνα. Κάτι είναι κι αυτό...
Τελειώσαν και τα τσιγάρα ρε γαμώτο... Τι σε απασχολεί ούτε εσύ δεν ξέρεις...
Δεν είναι η μοναξιά-οχι σίγουρα-δεν είναι αυτό που σε απασχολεί...
Η εικόνα του τριγυρνά στο χώρο σου και σε προκαλεί... Τι θα κάνεις με την πάρτη του?Μου λες? Θα τον δεις ακόμα μια φορά να απομακρύνεται ή θα τον κυνηγήσεις? Το πρώτο δεν το αντέχει η ψυχολογία σου, το δεύτερο ο εγωισμός σου.
Αδιέξοδο λοιπόν?? Όχι,όχι σκέψου... Που μπορεί να βγάζει αυτή η ιστορία?
Θα ταξιδέψεις μια και δυο φορές για να τον συναντήσεις... κάποτε θα κουραστείς. Μπορει όμως και να γυρίσει εδώ ή να πας εσύ εκεί..
Να το αφήσεις στην τύχη?Δεν λέει...
"Άσε με να κάνω λάθος, μη μου λες τι είν' σωστο.Δεν μ' αρέσουν οι σωτήρες, δεν γουστάρω να σωθώ" Ουρλιάζει σχεδόν ο Βασίλης...
Έφτασε και το ξημέρωμα... σκάει μύτη δειλά δειλά ο ήλιος από το πουθενά.. ένας κύκλος που ολοκληρώνετε... ο δικός μας ακόμα μισός...
"Να κοιμηθούμε αγκαλιά, να μπερδευτούν τα όνειρά μας...."
Ούτε στον ύπνο μας δεν συναντιόμαστε εμείς οι δύο...τραγελαφικό ε??Μπα, δεν θα κοιμηθώ... κερνάει διπλό καφέ ο Βασίλης...
Τι περιμένεις?Πες μου... δεν θα τρέξει κανείς στην αγκαλιά σου... κανείς δεν σε χρειάζεται,όλοι κοιμούνται, όλοι ονειρεύονται, κοιμήσου...αυτή την ώρα είσαι επικίνδυνη για σένα...
Δεν θα χτυπήσει το τηλέφωνο, κανείς δεν έχει κάτι να σου πει τέτοια ώρα... μην περιμένεις αγκαλιά, δεν έχει!
Μόνη σου είσαι, δέξου το και προχώρα παρακάτω....
Έχεις και τον Βασίλη- βέβαια - να τραγουδάει για μια γοργόνα. Κάτι είναι κι αυτό...
Τελειώσαν και τα τσιγάρα ρε γαμώτο... Τι σε απασχολεί ούτε εσύ δεν ξέρεις...
Δεν είναι η μοναξιά-οχι σίγουρα-δεν είναι αυτό που σε απασχολεί...
Η εικόνα του τριγυρνά στο χώρο σου και σε προκαλεί... Τι θα κάνεις με την πάρτη του?Μου λες? Θα τον δεις ακόμα μια φορά να απομακρύνεται ή θα τον κυνηγήσεις? Το πρώτο δεν το αντέχει η ψυχολογία σου, το δεύτερο ο εγωισμός σου.
Αδιέξοδο λοιπόν?? Όχι,όχι σκέψου... Που μπορεί να βγάζει αυτή η ιστορία?
Θα ταξιδέψεις μια και δυο φορές για να τον συναντήσεις... κάποτε θα κουραστείς. Μπορει όμως και να γυρίσει εδώ ή να πας εσύ εκεί..
Να το αφήσεις στην τύχη?Δεν λέει...
"Άσε με να κάνω λάθος, μη μου λες τι είν' σωστο.Δεν μ' αρέσουν οι σωτήρες, δεν γουστάρω να σωθώ" Ουρλιάζει σχεδόν ο Βασίλης...
Έφτασε και το ξημέρωμα... σκάει μύτη δειλά δειλά ο ήλιος από το πουθενά.. ένας κύκλος που ολοκληρώνετε... ο δικός μας ακόμα μισός...
"Να κοιμηθούμε αγκαλιά, να μπερδευτούν τα όνειρά μας...."
Ούτε στον ύπνο μας δεν συναντιόμαστε εμείς οι δύο...τραγελαφικό ε??Μπα, δεν θα κοιμηθώ... κερνάει διπλό καφέ ο Βασίλης...
26 Νοε 2007
Η επιστήμη είναι συνεπής...
Το νιώθω ότι υπάρχει χημεία..πάντα το ένιωθα.. Μόλις σήμερα όμως συνειδητοποίησα ότι η επιστήμη είναι συνεπής....δεν αλλάζει μια χημική ένωση...
24 Νοε 2007
Ο κύκλος.
Γκρι πουλόβερ και τζιν παντελόνι νομίζω φορούσε.. χακί καπέλο..μεγάλα μάτια, διστακτικό χαμόγελο. Ήταν εκεί..μετά από τρία σχεδόν χρόνια,ήταν εκεί..
Μιλήσαμε πολύ και για τα πάντα,γρήγορες εναλλαγές θεμάτων μισές λέξεις, να προλάβουμε πριν φύγει. Βλέμμα σχεδόν υγρό. Είχα ξεχάσει ότι συνήθως δεν ήταν έτσι και δεν τον ρώτησα τι τον απασχολούσε."Μαλακία που φεύγω" είπε και δεν ήταν για μένα... "Μην μετανιώνεις.. θα τα πούμε...θα περάσεις υπέροχα το ξέρω" έλεγα εγώ χαρούμενη,σχεδόν μαστουρωμένη από την παρουσία του χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι βρισκόμαστε σε αεροδρόμιο... "έχουμε έναν κύκλο να ολοκληρώσουμε... ".Διαπίστωση κι αυτή! Έξι χρόνια χωρίς τηλέφωνα, συναντήσεις, e-mail.... Δέκα συναντήσεις όλες κι όλες...σε άσχετες χρονικές στιγμές. Σχεδόν τυχαίες, σχεδόν αυτονόητες και από τους δύο... Έπρεπε να τον φιλήσω από την αρχή... ήταν το πιο φυσικό που μπορούσα να κάνω αντι να ψάχνω κουβέντες να του πώ... κι όμως δεν το έκανα.
Όπως επίσης δεν ρώτησα αν υπάρχει κάποια στην ζωή του -όταν πέντε λεπτά πριν το check in τον φίλησα- ούτε και εκείνος ρώτησε... Πάντα έτσι ήταν μεταξύ μας...κάθε φορά... Όποιος κι αν υπήρχε γενικά,συγκεκριμένα,τις ελάχιστες στιγμές που βρισκόμασταν ήταν πάντα δεύτερος... Όταν τελικά τον φίλησα με ρώτησε αν αυτό είναι καλό...¨"όχι" του απάντησα και μετά με φίλησε εκείνος....
Μου έστειλε μήνυμα όταν έφυγα από το αεροδρόμιο λίγο πριν μπει στο αεροπλάνο.... Με περιμένει στην Δανία σύντομα... έχει ακόμα την γεύση του φιλιού....
Στην επιστροφή απλά τον σκεφτόμουν και χαμογελούσα..... "έχουμε πολύ μέχρι να κλείσει ο δικός μας κύκλος" ψιθύρισα....
Μιλήσαμε πολύ και για τα πάντα,γρήγορες εναλλαγές θεμάτων μισές λέξεις, να προλάβουμε πριν φύγει. Βλέμμα σχεδόν υγρό. Είχα ξεχάσει ότι συνήθως δεν ήταν έτσι και δεν τον ρώτησα τι τον απασχολούσε."Μαλακία που φεύγω" είπε και δεν ήταν για μένα... "Μην μετανιώνεις.. θα τα πούμε...θα περάσεις υπέροχα το ξέρω" έλεγα εγώ χαρούμενη,σχεδόν μαστουρωμένη από την παρουσία του χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι βρισκόμαστε σε αεροδρόμιο... "έχουμε έναν κύκλο να ολοκληρώσουμε... ".Διαπίστωση κι αυτή! Έξι χρόνια χωρίς τηλέφωνα, συναντήσεις, e-mail.... Δέκα συναντήσεις όλες κι όλες...σε άσχετες χρονικές στιγμές. Σχεδόν τυχαίες, σχεδόν αυτονόητες και από τους δύο... Έπρεπε να τον φιλήσω από την αρχή... ήταν το πιο φυσικό που μπορούσα να κάνω αντι να ψάχνω κουβέντες να του πώ... κι όμως δεν το έκανα.
Όπως επίσης δεν ρώτησα αν υπάρχει κάποια στην ζωή του -όταν πέντε λεπτά πριν το check in τον φίλησα- ούτε και εκείνος ρώτησε... Πάντα έτσι ήταν μεταξύ μας...κάθε φορά... Όποιος κι αν υπήρχε γενικά,συγκεκριμένα,τις ελάχιστες στιγμές που βρισκόμασταν ήταν πάντα δεύτερος... Όταν τελικά τον φίλησα με ρώτησε αν αυτό είναι καλό...¨"όχι" του απάντησα και μετά με φίλησε εκείνος....
Μου έστειλε μήνυμα όταν έφυγα από το αεροδρόμιο λίγο πριν μπει στο αεροπλάνο.... Με περιμένει στην Δανία σύντομα... έχει ακόμα την γεύση του φιλιού....
Στην επιστροφή απλά τον σκεφτόμουν και χαμογελούσα..... "έχουμε πολύ μέχρι να κλείσει ο δικός μας κύκλος" ψιθύρισα....
22 Νοε 2007
Που λέει και ένα τραγούδι!
"Σ'ακολουθώ.. στη τσέπη σου γλιστρώ σαν διφραγκακι τόσο δα μικρό. Σ'ακολουθώ και ξέρω πως χωράω μες το λακκάκι που 'χεις στο λαιμό...... Πάρε με μαζί σου στο βαθύ φιλί σου μην μ' αφήνεις μόνο, θα χαθώ....."
Πότε καταλαβαίνεις ότι πρέπει να σταματήσεις να ακολουθείς κάποιον? Πότε λες φτάνει?Πότε αρχίζει και φωνάζει η αξιοπρέπεια σου... ή μάλλον καλύτερα πόσες είναι οι πιθανότητες να μην σου φωνάξει ποτέ... να σε αφήσει να γίνεσαι ξεφτίλα?΄
Και κάτι άλλο...πόσο πονάει τελικά το να ακολουθείς κάποιον έτσι. χωρίς ιδιαίτερο σκοπό, χωρίς νόημα,χωρίς ελπίδα με ένα βλέμμα άδειο και μια καρδιά ματωμένη, νωπή, σπασμένη....
Δεν υπάρχει manual...
Ότι κάνεις μόνος σου.
Όποια φωνή είναι πιο δυνατή αυτή θα ακολουθήσεις.... ετσι πρέπει, έτσι να κάνεις....
Θα περάσει...
Πότε καταλαβαίνεις ότι πρέπει να σταματήσεις να ακολουθείς κάποιον? Πότε λες φτάνει?Πότε αρχίζει και φωνάζει η αξιοπρέπεια σου... ή μάλλον καλύτερα πόσες είναι οι πιθανότητες να μην σου φωνάξει ποτέ... να σε αφήσει να γίνεσαι ξεφτίλα?΄
Και κάτι άλλο...πόσο πονάει τελικά το να ακολουθείς κάποιον έτσι. χωρίς ιδιαίτερο σκοπό, χωρίς νόημα,χωρίς ελπίδα με ένα βλέμμα άδειο και μια καρδιά ματωμένη, νωπή, σπασμένη....
Δεν υπάρχει manual...
Ότι κάνεις μόνος σου.
Όποια φωνή είναι πιο δυνατή αυτή θα ακολουθήσεις.... ετσι πρέπει, έτσι να κάνεις....
Θα περάσει...
21 Νοε 2007
Αφεντικό ή δούλος....
Τρέλα! τρέλα είναι η μοναξιά! Μόνη μέσα σε ένα μεγάλο δωμάτιο γεμάτο διαφορετικούς ανθρώπους... Γελάς και κλαις και είσαι μαζί τους, φωνάζει η λογική σου και κανείς δεν την ακούει και χαμογελάς και κλαις και λες θέλω κάποιον να με καταλαβαίνει, να με νιώθει και κάποτε εμφανίζεται και στην αρχή ξαφνιάζεσαι,στην συνέχεια σ' αρέσει και στο τέλος ξενερώνεις τρελά!
Φωνάζεις "Φύγε! Δεν σε αντέχω!!!" και ούτε και εσύ δεν ξέρεις σε ποιον απευθύνεσαι μπορεί τελικά να γεννήθηκες για να απολαμβάνεις την μοναξιά.. Παράξενο ε?
Μα γιατί όχι ,τόσοι κανόνες και τόσες εξαιρέσεις καταγεγραμμένες στα βαριά βιβλία των επιστημόνων..Γιατί να μην είσαι και εσύ μία?Γουστάρεις να λιώνεις μόνη σου μέσα σε ένα σπίτι, να παίζει η τηλεόραση το ράδιο και εσύ να διαβάζεις ένα βιβλίο απόλυτα συγκεντρωμένη στις σκέψεις σου... καν το είναι μαγεία! Πολλά είναι τα άτομα και τα πράγματα που σου κάθονται στο σβέρκο χωρίς να έχεις καταλάβει ούτε εσύ πως. την μοναξιά σου την ορίζεις εσύ, να το θυμάσαι φάτσα.
Τα βράδυ που θες να κλάψεις για τη πάρτη σου και την πουτάνα την κοινωνία,ξεφορτώσου τους πάντες, μείνε μόνη και απλά καν το! Έτσι είναι η σκέψη, έτσι είναι η μοναξιά.. εναλλάσσει τις μορφές της μια αφεντικό μια δούλος σου και εσύ ... εσύ.. μην τρελαίνεσαι...
Φωνάζεις "Φύγε! Δεν σε αντέχω!!!" και ούτε και εσύ δεν ξέρεις σε ποιον απευθύνεσαι μπορεί τελικά να γεννήθηκες για να απολαμβάνεις την μοναξιά.. Παράξενο ε?
Μα γιατί όχι ,τόσοι κανόνες και τόσες εξαιρέσεις καταγεγραμμένες στα βαριά βιβλία των επιστημόνων..Γιατί να μην είσαι και εσύ μία?Γουστάρεις να λιώνεις μόνη σου μέσα σε ένα σπίτι, να παίζει η τηλεόραση το ράδιο και εσύ να διαβάζεις ένα βιβλίο απόλυτα συγκεντρωμένη στις σκέψεις σου... καν το είναι μαγεία! Πολλά είναι τα άτομα και τα πράγματα που σου κάθονται στο σβέρκο χωρίς να έχεις καταλάβει ούτε εσύ πως. την μοναξιά σου την ορίζεις εσύ, να το θυμάσαι φάτσα.
Τα βράδυ που θες να κλάψεις για τη πάρτη σου και την πουτάνα την κοινωνία,ξεφορτώσου τους πάντες, μείνε μόνη και απλά καν το! Έτσι είναι η σκέψη, έτσι είναι η μοναξιά.. εναλλάσσει τις μορφές της μια αφεντικό μια δούλος σου και εσύ ... εσύ.. μην τρελαίνεσαι...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)