Σ'ενα σπίτι κρυμμένο στην ομίχλη... κοιμόμουν κάποιες φορές.
Μονοπάτια περίεργα, υγρά, πέτρινα, βρώμικα, χορτιαριασμένα έβγαζαν εκεί. Έπρεπε να περπατήσεις στα σκοτεινά για να φτάσεις. Δεξιά και αριστερά, τοίχοι ψηλοί σηκώνονταν. Τα σπίτια ήταν όλα σιωπηλά και σκοτεινά το βράδυ. Η πιο περίεργη γειτονιά που είδα ποτέ μου... Οι πόρτες μεγάλες και επιβλητικές. Στο σπίτι που έμενα που και που, υπήρχε ένα μεταλλικό φανάρι. Παράξενο... όσες νύχτες και αν έφτασα εκεί... ποτέ δεν ήταν αναμμένο.
Το πιο περίεργο σε αυτή την γειτονιά ήταν ότι όλα συντελούσαν στο να είναι μοναδικά όμορφή και αξέχαστη. Αξέχαστη όχι για τον "χαρακτήρα" της αλλά για την ψευτιά της. Δεν ήταν ειλικρινής με κανέναν επισκέπτη της ποτέ.. Αν ήσουν ρομαντικός γινόταν η πιο ερωτική γειτονιά που είχες ποτέ δει. Αν ήσουν φοβητσιάρης , δημιουργούσε ήχους βγαλμένους από τους χειρότερους εφιάλτες σου, μόνο για να σε τρομάξει κι άλλο. Αν ήσουν περαστικός, ήταν φιλόξενη. Αν ήσουν εξερευνητής, γινόταν λαβύρινθος και αν ήσουν τραγουδιστής γινόταν η ηχώ σου...
Για μένα ήταν πάντα κρύα τώρα που το σκέφτομαι... τυλιγόμουν με βαρύ παλτό όταν περπατούσα στα στενά της και ας μην έκανε και τόσο κρύο. Ανατρίχιαζα ολόκληρη. Ποτέ δεν ήξερα τι θα βρω όταν η πόρτα ανοίξει μπροστά μου και έτσι καθόμουν πάντα μερικά λεπτά κάνοντας τίποτε άλλο από να την κοιτάζω. Σπάνια, έκανα πίσω και περπατούσα στην γειτονιά την τόσο κρύα που φιλοξενούσε το σπίτι. Στο τέλος πάντα γύριζα και όταν άνοιγε τελικά η πόρτα κάποιος ρωτούσε που ήμουν τόση ώρα...
Κόσμος πολύς υπήρχε στο σπίτι πάντα. Τα ψέμματα και η μουσική (κλασική ροκ) ήταν πάντα εκεί, όσες φορές κι αν πήγα. Μετά από λίγο κανείς δεν μιλούσε, και αν το έκανε δεν μπορούσες να τον ακούσεις από την δυνατή μουσική Έμενες να κοιτάς τα χείλη που κουνιούνται προσπαθώντας κάτι να πουν. Κάποια στιγμή κουράζονταν και σταματούσαν. Συνειδητοποίησα ότι η μουσική στην ουσία έκρυβε αλήθειες μεγάλες που δεν έπρεπε ποτέ να ειπωθούν σε αυτήν την παρέα. Εδώ ήμασταν για να λέμε μαλακίες, γενικότητες, να ακούμε μουσική τόσο δυνατά που να βουλώνουν τα αυτιά μας , να δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες για να μπορούμε όλοι να βρούμε μια κρυψώνα καλή και μυστική για την λογική μας. Να την κάνουμε να σωπάσει προσπαθούσαμε. Και η αλήθεια είναι τα καταφέρναμε σχεδόν.... μια τζούρα από το τσιγάρο, ένα ποτήρι κρασί και δεύτερο, και τρίτο.... Όσο χρειαζόταν για να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα χωρίς να σκεφτόμαστε. Μέχρι να κοιμηθούμε, άλλες φορές 5 άλλες 8 άτομα. Πάντα τα ίδια άτομα. Όλοι υποψιάζονταν αλλά κανείς δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει τι κάναμε, που ήμασταν όταν τελείωνε η σχολή.. Απομακρυνθήκαμε, σιωπήσαμε (γιατί πλέον είχαμε συνηθίσει) και ήμασταν "οι παράνομοι", "τα ρεμάλια".
Φοβόμασταν τον εαυτό μας και πολεμούσαμε την μοναξιά και την νοσταλγία όσων αγαπούσαμε με σιωπή, κρασί και τσιγάρα.. πολλά τσιγάρα. Δεν μας δικαιολογώ, αντίθετα πιστεύω πως δεν υπάρχει δικαιολογία για αυτό που κάναμε στους εαυτούς μας, για την άδικη και παράξενη συμπεριφορά μας στους άλλους, για τις στιγμές που χάσαμε και για τα χαμόγελα που στηρίσαμε οι ίδιοι από τους εαυτούς μας και τους συνανθρώπους μας. Δεν μετανιώνω όμως.
Οι νύχτες σε εκείνο το σπίτι μου έμαθαν να ακούω τις σκέψεις μου, να ακούω την μοναξιά μου και κάποιες φορές και την μοναξιά των άλλων. Μιλάω για την ουσιαστική μοναξιά.. αυτήν που δεν χρειάζεσαι, αυτήν που σου επιβάλετε και δεν την επιλέγεις. Αυτή την μοναξιά λοιπόν την έμαθα καλά. Την αναγνωρίζω και την αγκαλιάζω κάποιες φορές... όταν μου το επιτρέπει κ;ι θυμόμαστε μαζί τα τραγούδια που έπαιζαν σε εκείνο το σπίτι με την πέτρινη είσοδο και το φανάρι, σε εκείνη την περίεργη και κρύα γειτονιά...
7 Δεκ 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου